20ΙΑ.-(1) Η Δημοκρατία υποδέχεται με πνεύμα κοινοτικής αλληλεγγύης τα πρόσωπα που είναι επιλέξιμα για προσωρινή προστασία και για το σκοπό αυτό το Υπουργικό Συμβούλιο καθορίζει αριθμητικά τις δυνατότητες της Δημοκρατίας για υποδοχή των εν λόγω προσώπων τις οποίες κοινοποιεί μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή για συμπερίληψή τους στην απόφαση του Συμβουλίου που εκδίδεται δυνάμει της Οδηγίας 2001/55/ΕΚ.
(2) Η Υπηρεσία Ασύλου, σε συνεργασία με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς διασφαλίζει ότι πρόσωπα τα οποία ανήκουν στις κατηγορίες προσώπων που ορίζονται στην απόφαση του Συμβουλίου και τα οποία δεν έχουν ακόμη φθάσει στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, έχουν εκφράσει την επιθυμία τους να γίνουν δεκτά στο έδαφος της Δημοκρατίας.
(3) Κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής προστασίας, η Υπηρεσία Ασύλου συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών για τη μεταφορά της διαμονής των προσώπων που απολαύουν προσωρινής προστασίας από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, νοουμένου ότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα έχουν παραχωρήσει τη γραπτή συγκατάθεσή τους σε αυτή τη μεταγωγή.
(4) Η Υπηρεσία Ασύλου γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τις αιτήσεις μεταγωγής και ταυτόχρονα τις κοινοποιεί στην Επιτροπή και την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες.
(5) Σε περίπτωση υποβολής αίτηση μεταγωγής από τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους μέλους προς τη Δημοκρατία, η Υπηρεσία Ασύλου γνωστοποιεί στο οικείο κράτος μέλος τις δυνατότητες υποδοχής των μεταφερόμενων προσώπων.
(6) Σε περίπτωση μεταγωγής προσώπου που απολαύει προσωρινής προστασίας από τη Δημοκρατία σε άλλο κράτος μέλος, η άδεια διαμονής ανακαλείται από το Διευθυντή και τερματίζονται οποιεσδήποτε υποχρεώσεις απορρέουν από τον παρόντα Νόμο σε σχέση με το εν λόγω πρόσωπο.
(7) Η Υπηρεσία Ασύλου χρησιμοποιεί το υπόδειγμα άδειας διέλευσης που παρατίθεται στον Πίνακα ΙΙ για τη μεταγωγή προσώπων που απολαύουν προσωρινής προστασίας.