20ΣΤ.-(1) Τα πρόσωπα που απολαύουν προσωρινής προστασίας έχουν δικαίωμα διαμονής στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές και για το σκοπό αυτό τους παραχωρείται από το Διευθυντή άδεια διαμονής δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105) όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, η οποία ανανεώνεται για όσο χρονικό διάστημα καθορίζουν οι αποφάσεις του Συμβουλίου ή του Υπουργικού Συμβουλίου, ανάλογα με την περίπτωση.
(2) Σε περίπτωση που το Συμβούλιο ή το Υπουργικό Συμβούλιο, ανάλογα με την περίπτωση, διατάξουν τη λήξη της προσωρινής προστασίας δυνάμει των άρθρων 20Α και 20Γ αντίστοιχα, ο Προϊστάμενος με απόφασή του ανακαλεί το καθεστώς προσωρινής προστασίας και ο Διευθυντής ανακαλεί την άδεια διαμονής, εκτός εάν το εν λόγω πρόσωπο έχει δικαίωμα διαμονής δυνάμει οποιωνδήποτε άλλων διατάξεων του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου νόμου.
(3) Ο Διευθυντής παρέχει στα πρόσωπα που γίνονται δεκτά να εισέλθουν στη Δημοκρατία με σκοπό την παροχή προσωρινής προστασίας, όλες τις απαραίτητες διευκολύνσεις για να αποκτήσουν τις τυχόν απαιτούμενες θεωρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των θεωρήσεων διέλευσης, οι οποίες παρέχονται ατελώς.
(4) Η Υπηρεσία Ασύλου παρέχει στα πρόσωπα που απολαύουν προσωρινής προστασίας έγγραφο, σε γλώσσα κατανοητή από αυτά, στο οποίο εκτίθενται με σαφήνεια οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου σχετικά με την προσωρινή προστασία.