3.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να-
(α) χρησιμοποιεί όχημα, εκτός εάν βρίσκεται σε ισχύ ασφαλιστήριο που αφορά ευθύνη έναντι τρίτου σχετική με τη χρήση του οχήματος από το πρόσωπο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙
(β) προκαλεί ή επιτρέπει σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να χρησιμοποιεί όχημα, εκτός εάν βρίσκεται σε ισχύ ασφαλιστήριο που αφορά ευθύνη έναντι τρίτου σχετική με τη χρήση του οχήματος από το πρόσωπο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(1Α) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση χρήσης οχήματος σε εκδηλώσεις και δραστηριότητες μηχανοκίνητου αθλητισμού, περιλαμβανομένων αγώνων ταχύτητας, διαγωνισμών, εκπαιδεύσεων, δοκιμών και επιδείξεων που διεξάγονται σε περιορισμένη και οριοθετημένη περιοχή στη Δημοκρατία, νοουμένου ότι ο διοργανωτής της δραστηριότητας ή οποιοδήποτε άλλο μέρος έχει συνάψει εναλλακτικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο ή εγγύηση τουλάχιστον ίσο/ίση με τα προβλεπόμενα ελάχιστα ποσά στο Άρθρο 9, παράγραφος 1 της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ που καλύπτει την αστική ευθύνη για πρόκληση θανάτου ή σωματικής βλάβης σε τρίτο ή/και ζημίας σε περιουσία τρίτου, περιλαμβανομένων των θεατών και άλλων παρευρισκόμενων, αλλά δεν καλύπτει κατ’ ανάγκη τη ζημία των συμμετεχόντων οδηγών και των οχημάτων τους.
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται σε σχέση με-
(α) πρόσωπο που χρησιμοποιεί όχημα το οποίο ανήκει στη Δημοκρατία, εφόσον το όχημα χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της Κυβέρνησης·
(β) πρόσωπο που χρησιμοποιεί όχημα οποτεδήποτε αυτό οδηγείται για αστυνομικούς σκοπούς από ή με την εντολή αστυνομικού που φέρει τουλάχιστον βαθμό Υπαστυνόμου, όπως καθο-ρίζεται στον περί Αστυνομίας Νόμο∙
(γ) πρόσωπο ή κατηγορία προσώπων που με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου εξαιρούνται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, τηρουμένων τέτοιων όρων, εάν υπάρχουν, τους οποίους το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε επιβάλει∙
(δ)όχημα ή τύπο οχήματος που με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου εξαιρείται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, τηρουμένων τέτοιων όρων τους οποίους το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε επιβάλει∙
(ε) όχημα το οποίο κατά τη στιγμή που δημιουργήθηκε η ευθύνη χρησιμοποιείτο ως μηχάνημα ή εργαλείο (tool of trade)·
(στ) περιοχές τις οποίες ο Έφορος Ασφαλίσεων με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας δύναται να καθορίσει·
(ζ)όχημα το οποίο χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε περιοχή περιορισμένης ευθύνης, όπως αυτή καθορίζεται σε διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας∙
(η) όχημα του οποίου η εγγραφή έχει ανακληθεί προσωρινά ή οριστικά από το Τμήμα Οδικών Μεταφορών και του οποίου η χρήση απαγορεύεται∙ ή
(θ)όχημα που δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται σε οδό, κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο «οδός» από τον περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης Νόμο.
(2Α) Για τα πρόσωπα που εμπίπτουν στις κατηγορίες που καθορίζονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) του εδαφίου (2), υπεύθυνη αρχή για την καταβολή αποζημίωσης σε ζημιωθέντες σε περίπτωση πρόκλησης ατυχήματος ορίζεται το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας· κατάλογος των εν λόγω κατηγοριών προσώπων καθώς και η αρχή που είναι υπεύθυνη για την καταβολή αποζημιώσεων κοινοποιείται στα υπόλοιπα κράτη μέλη και στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων· ή
(2Β)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία προκύπτει ευθύνη από τη χρήση οχήματος που εμπίπτει στην εξαίρεση που προβλέπεται στην παράγραφο (δ), (ζ), (η) ή (θ) του εδαφίου (2) και το όχημα δεν διαθέτει ασφαλιστική κάλυψη, υπεύθυνο για την καταβολή αποζημίωσης είναι το Ταμείον Ασφαλιστών:
(β) Το Ταμείον Ασφαλιστών έχει υποχρέωση να ικανοποιήσει αίτημα για την ανάκτηση ποσού που καταβλήθηκε ως αποζημίωση από αρμόδιο οργανισμό άλλου κράτους μέλους σε περίπτωση ατυχήματος το οποίο προκλήθηκε σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία από όχημα που έχει ως τόπο συνήθους στάθμευσής του τη Δημοκρατία.
(γ) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (α), το Ταμείον Ασφαλιστών δεν υπέχει υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης σε σχέση με οποιοδήποτε όχημα για το οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου (θ) του εδαφίου (2), όταν το όχημα χρησιμοποιείται σε περιοχές που δεν έχει πρόσβαση το κοινό, λόγω νομικού ή φυσικού περιορισμού πρόσβασης στις περιοχές αυτές όπως ορίζεται στην ημεδαπή νομοθεσία.
(δ) Ο Έφορος Ασφαλίσεων κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις περιπτώσεις χρήσης της παρέκκλισης και τις ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με την εφαρμογή της, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Άρθρο 5, παράγραφος 7 της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ.
(3) Πρόσωπο που ενεργεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού διαπράττει αδίκημα:
(α) Ότι το όχημα δεν ανήκε στον κατηγορούμενο και δε βρισκόταν στην κατοχή του δυνάμει ενοικίασης ή δανεισμού, και
(β) ότι οδηγούσε το όχημα κατά τη διάρκεια της εργοδότησης του, και
(γ) ότι ούτε γνώριζε ούτε είχε λόγο να πιστεύει ότι δεν υπήρχε σε ισχύ σε σχέση με το όχημα τέτοιο ασφαλιστήριο όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) πιο πάνω.
(4) Πρόσωπο που καταδικάζεται για αδίκημα με βάση τις διατάξεις του άρθρου αυτού τιμωρείται-
(α) Σε περίπτωση πρώτης καταδίκης, σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) ή και στις δύο αυτές ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής ποινής και πρόσωπο που καταδικάζεται για αδίκημα βάσει του άρθρου αυτού θα στερείται του δικαιώματος να κατέχει ή να αποκτά άδεια οδήγησης
(β) σε περίπτωση δεύτερης ή μεταγενέστερης καταδίκης, για αδίκημα που διαπράχθηκε βάσει του άρθρου αυτού μέσα σε περίοδο δύο ετών από την ημερομηνία διάπραξης του προηγούμενου αδικήματος, σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο έτη και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις έξι χιλιάδες ευρώ (€6.000) και περαιτέρω το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει στέρηση του δικαιώματος να κατέχει ή να αποκτά άδεια οδήγησης.
(5) Εκτός από τέτοιες περιπτώσεις που προβλέπονται από το εδάφιο (6), στέρηση βάσει των διατάξεων του εδαφίου (4), εκτός αν το Δικαστήριο για ειδικούς λόγους διατάξει διαφορετικά, θα είναι για περίοδο όχι μικρότερη των έξι μηνών από την ημερομηνία της καταδίκης, ή για τέτοια μεγαλύτερη περίοδο που το Δικαστήριο, κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης, θα θεωρήσει κατάλληλη.
(6) Σε δεύτερη ή μεταγενέστερη καταδίκη προσώπου για αδίκημα βάσει του άρθρου αυτού, ή σε καταδίκη τέτοιου προσώπου για αδίκημα βάσει του άρθρου αυτού μετά από προηγούμενη καταδίκη για αδίκημα βάσει των διατάξεων του άρθρου 5, του άρθρου 6, του άρθρου 7 ή του άρθρου 13Α του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου, ή αδικήματος βάσει του άρθρου 203, άρθρου 210 ή άρθρου 236 του Ποινικού Κώδικα που διαπράχθηκε σε σχέση με το πρόσωπο που χρησιμοποιεί μηχανοκίνητο όχημα, η στέρηση βάσει των διατάξεων του εδαφίου (4), εκτός αν το Δικαστήριο για ειδικούς λόγους διατάξει διαφορετικά, θα είναι για περίοδο όχι μικρότερη των δώδεκα μηνών, ή για τέτοια μεγαλύτερη περίοδο που το Δικαστήριο, κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης, θα θεωρήσει κατάλληλη.
(7) Πρόσωπο που στερείται του δικαιώματος να κατέχει ή να αποκτά άδεια οδήγησης βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού θα θεωρείται ότι στερήθηκε το δικαίωμα αυτό για τους σκοπούς των διατάξεων του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου.
(8) Πρόσωπο το οποίο δυνάμει καταδίκης σύμφωνα με το παρόν άρθρο στερείται του δικαιώματος να κατέχει ή να αποκτά άδεια οδήγησης, μπορεί, στην περίπτωση στέρησης σύμφωνα με το εδάφιο (5) για περίοδο που υπερβαίνει τους έξι μήνες, οποτεδήποτε μετά την πάροδο έξι μηνών από την ημερομηνία της καταδίκης, ή στην περίπτωση στέρησης σύμφωνα με το εδάφιο (6) για περίοδο που υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες οποτεδήποτε μετά την πάροδο των δώδεκα μηνών από την ημερομηνία της καταδίκης και έκτοτε από καιρό σε καιρό, να απευθύνεται στο Δικαστή ενώπιον του οποίου επιβλήθηκε η καταδίκη, ή Δικαστή ο οποίος δεν έχει μικρότερη δικαιοδοσία, να άρει τη στέρηση και σε κάθε τέτοια αίτηση ο Δικαστής μπορεί όπως θεωρεί κατάλληλο, έχοντας υπόψη το χαρακτήρα του προσώπου που στερήθηκε του δικαιώματος και τη συμπεριφορά του πριν και μετά την καταδίκη και τη φύση του αδικήματος και οποιαδήποτε άλλα περιστατικά της υπόθεσης, είτε να άρει με διάταγμα τη στέρηση από τέτοια ημερομηνία που δυνατό να ορίζεται στο διάταγμα είτε να απορρίψει την αίτηση:
(9)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία όχημα χρησιμοποιείται από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1), μέλος της Αστυνομίας ή Επόπτης απαγορεύει τη συνέχιση της οδήγησης του εν λόγω οχήματος και δύναται να το κατακρατήσει μέχρι να εκδοθεί γ’ αυτό ασφαλιστήριο που αφορά ευθύνη έναντι τρίτου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου:
(β) Όχημα που κατακρατείται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (α), δύναται να μετακινηθεί από μέλος της Αστυνομίας ή Επόπτη ή από άλλο εξουσιοδοτημένο από αυτούς πρόσωπο, σε κατάλληλο, κατά την κρίση του Αρχηγού Αστυνομίας, χώρο.
(γ) Όχημα που βρίσκεται σε χώρο που αναφέρεται στις διατάξεις της παραγράφου (β), παραλαμβάνεται από τον κάτοχό του ή τον ιδιοκτήτη του ή αντιπρόσωπό τους, εφόσον εκδοθεί για αυτό τέτοιο ασφαλιστήριο που αφορά ευθύνη έναντι τρίτου σύμφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και εφόσον αυτό μετακινηθεί σε κατάλληλο χώρο σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β), καταβάλλονται από τον κάτοχό του ή τον ιδιοκτήτη του ή αντιπρόσωπό τους, πριν αυτό παραληφθεί από αυτούς, τα πραγματικά έξοδα της μετακίνησης και φύλαξής του, εάν προκύψουν.
(δ) Σε περίπτωση που δεν καταβάλλονται τα πραγματικά έξοδα όπως αναφέρεται στις διατάξεις της παραγράφου (γ) ή αν το όχημα δεν παραληφθεί εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία που ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχός του ενημερωθεί σχετικά από τον Αρχηγό Αστυνομίας για να το παραλάβει, αυτό δύναται να διατεθεί ως αζήτητη περιουσία σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Αστυνομίας Νόμου.