2. Στο Νόμο αυτό, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια—
«αφερέγγυος εργοδότης» σημαίνει νομικό ή φυσικό πρόσωπο για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση στο αρμόδιο Δικαστήριο για την έκδοση διατάγματος παραλαβής της περιουσίας του όσον αφορά φυσικό πρόσωπο ή για την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης όσον αφορά νομικό πρόσωπο και είτε έχει εκδοθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο τέτοιο διάταγμα ή το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο εργοδότης έπαυσε να διεξάγει οποιαδήποτε εργασία και δεν υπήρχε ικανοποιητική περιουσία η οποία να δικαιολογεί την έκδοση σχετικού διατάγματος·
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων·
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·
«εργοδοτούμενος» σημαίνει πρόσωπο που απασχολείται για άλλο πρόσωπο είτε με βάση σύμβαση εργασίας ή μαθητείας είτε κάτω από τέτοιες περιστάσεις από τις οποίες μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη σχέσης εργοδότη και εργοδοτουμένου και δεν περιλαμβάνει πρόσωπα που απασχολούνται από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο δε όρος «εργοδότης» θα ερμηνεύεται ανάλογα·
«ημερομίσθιο» περιλαμβάνει κάθε χρηματική αντιμισθία από την απασχόληση εργοδοτουμένου ή κάθε κέρδος από τέτοια απασχόληση δεκτικό χρηματικής αποτίμησης, εξαιρουμένων όμως έκτακτων προμηθειών και χαριστικών (ex-gratia) πληρωμών·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και χώρα που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφτηκε στο Οπόρτο τη 2α Μαΐου 1992, όπως αυτή προσαρμόστηκε από το Πρωτόκολλο που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες τη 17η Μαρτίου 1993 και όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται·
«Συμβούλιο» σημαίνει το Συμβούλιο του Ταμείου που καθιδρύεται με βάση τον Κανονισμό 3 των περί της Προστασίας των Δικαιωμάτων των Εργοδοτουμένων σε Περίπτωση Αφερεγγυότητας του Εργοδότη Κανονισμών·
«Ταμείο» σημαίνει το Ταμείο για την προστασία των δικαιωμάτων των εργοδοτουμένων σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη, που ιδρύεται με βάση το άρθρο 7·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.