10.-(1) Η αρμόδια αρχή κοινοποιεί κάθε μέτρο κρατικής ενίσχυσης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του άρθρου 9Α στον Έφορο για έγκριση.
(2) Ο Έφορος οφείλει, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης του μέτρου κρατικής ενίσχυσης, να το αξιολογήσει σύμφωνα με τους Κανονισμούς ή τις Αποφάσεις που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και οι οποίοι απαλλάσσουν από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης που προβλέπεται στο Άρθρο 88, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΚ, και να το εγκρίνει, με ή χωρίς όρους, ή να το απορρίψει, με αιτιολογημένη απόφασή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και αποκτά ισχύ από τη δημοσίευσή της σ’ αυτή.
(3) Κανένα μέτρο κρατικής ενίσχυσης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του άρθρου 9Α δεν τίθεται σε ισχύ στη Δημοκρατία, εκτός εάν έχει προηγουμένως εγκριθεί από τον Έφορο και έχουν τηρηθεί οι τυχόν όροι που ο Έφορος επέβαλε στην εκδοθείσα δυνάμει του εδαφίου (2) απόφασή του.
(4) Ο Έφορος δύναται, κατόπιν αιτήματος από την αρμόδια αρχή ή αυτεπαγγέλτως, να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει απόφασή του εκδοθείσα δυνάμει του παρόντος άρθρου ή του άρθρου 18 εάν -
(α) μεταβλήθηκε ουσιώδες πραγματικό γεγονός στο οποίο στηρίχθηκε η απόφασή του·
(β) εάν η απόφαση οφείλεται σε παραπλάνηση του Εφόρου, με την παροχή ανακριβών πληροφοριών ή την απόκρυψη αληθών στοιχείων∙ ή
(γ) η αρμόδια αρχή προχωρήσει στην τροποποίηση του μέτρου κρατικών ενισχύσεων για το οποίο εκδόθηκε η απόφαση.
(5)(α) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή προτίθεται να προχωρήσει σε τροποποίηση μέτρου κρατικών ενισχύσεων εγκριθέντος δυνάμει του παρόντος άρθρου, προτού αυτή προβεί στην εφαρμογή τέτοιας τροποποίησης, κοινοποιεί την προτιθέμενη τροποποίηση στον Έφορο και αναμένει την έκδοση της απόφασης του Εφόρου αναφορικά με αυτήν.
(β) Ο Έφορος, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και την έκταση της κοινοποιηθείσας τροποποίησης, αποφασίζει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος κατά πόσον θεωρεί την τροποποίηση μη ουσιώδη, οπότε ενημερώνει την αρμόδια αρχή ότι η αρχική έγκριση του μέτρου κρατικής ενίσχυσης εξακολουθεί να ισχύει ή κατά πόσο θεωρεί την τροποποίηση ουσιώδη, οπότε εξετάζει το τροποποιηθέν μέτρο ως νέο μέτρο κρατικής ενίσχυσης και εκδίδει νέα απόφαση επ’ αυτού.