21.—(1) Τα προγράμματα ενισχύσεων που βρίσκονται σε ισχύ κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου και οι ατομικές ενισχύσεις, των οποίων η χορήγηση έχει αρχίσει κατά την εν λόγω ημερομηνία και πρόκειται να συνεχιστεί για διάστημα μεγαλύτερο των δύο χρόνων, κοινοποιούνται με πλήρεις λεπτομέρειες στον Έφορο εντός έξι μηνών και, εφόσον κριθεί από τον Έφορο με αιτιολογημένη απόφαση, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και γνωστοποιείται στην Αρμόδια Αρχή, ότι αντίκεινται εν όλω ή εν μέρει στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, καταργούνται ή τροποποιούνται από την Αρμόδια Αρχή, ανάλογα με την απόφαση του Εφόρου, το αργότερο δύο χρόνια μετά την ημερομηνία θέσεως σε ισχύ του παρόντος Νόμου:
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με αιτιολογημένη απόφαση που λαμβάνεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, να αποφασίσει ότι πρόγραμμα ενισχύσεων ή ατομική ενίσχυση που κρίνεται από τον Έφορο ότι αντίκειται εν όλω ή εν μέρει στις διατάξεις του παρόντος Νόμου θα καταργηθεί ή θα τροποποιηθεί, ανάλογα με την απόφαση του Εφόρου, το αργότερο κατά την ημερομηνία προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
(3) Όσα από τα προγράμματα ενισχύσεων και τις ατομικές ενισχύσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δεν κοινοποιηθούν στον Έφορο εντός της τεθείσας προθεσμίας θεωρούνται ότι αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και καταργούνται το αργότερο δύο χρόνια μετά την ημερομηνία θέσεως σε ισχύ του παρόντος Νόμου, εκτός αν εμπίπτουν στις κατηγορίες που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 7.
(4) Είκοσι επτά μήνες μετά την ημερομηνία θέσεως σε ισχύ του παρόντος Νόμου, ο Έφορος απευθύνει έκθεση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για το βαθμό υλοποίησης των διατάξεων των εδαφίων (1), (2) και (3). Η έκθεση αυτή δημοσιεύεται.