20.—(1) Όταν διάταγμα αναστολής ή ακύρωσης της άδειας λειτουργίας ιδιωτικού νοσηλευτηρίου εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 18 ή του άρθρου 19, το νοσηλευτήριο οφείλει να κλείσει και να παραμείνει κλειστό χωρίς να εισάγονται σε αυτό νέοι ασθενείς, ενώ οι εσωτερικοί ασθενείς που υπήρχαν στο νοσηλευτήριο κατά την επίδοση του διατάγματος είτε απολύονται είτε μεταφέρονται σε άλλο νοσηλευτήριο, όπως ο Έφορος, κατά την κρίση του, διατάξει, είτε παραμένουν στο ιδιωτικό νοσηλευτήριο του οποίου η άδεια λειτουργίας έχει ανασταλεί ή ακυρωθεί, μέχρις ότου, κατά τη γνώμη του Εφόρου, οι ασθενείς είναι σε θέση να απολυθούν ή να μεταφερθούν:
Νοείται ότι η παραμονή των εσωτερικών ασθενών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου, δε συνιστά ποινικό αδίκημα κατά το άρθρο 22.
(2)(α) Οι εσωτερικοί ασθενείς οι οποίοι δεν απολύονται όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) παραμένουν στο νοσηλευτήριο υπό την ευθύνη και τη φροντίδα του Εφόρου.
(β) Οποιεσδήποτε δαπάνες καταβάλλονται από τον Έφορο σχετικά με την περίθαλψη των ασθενών αυτών είναι ανακτήσιμες και καταβάλλονται στον Έφορο από τον υπεύθυνο ιατρό του ιδιωτικού νοσηλευτηρίου:
Νοείται ότι οι ασθενείς αυτοί ευθύνονται για την πληρωμή στον Έφορο των νοσηλίων τους, τα οποία, αν δεν εκδιδόταν το διάταγμα αναστολής ή ακύρωσης, θα ήταν πληρωτέα από αυτούς, σε σχέση με τη θεραπεία και συντή- ρησή τους στο νοσηλευτήριο, και όλα τα νοσήλια τα οποία καταβάλλονται στον Έφορο συμψηφίζονται από αυτόν με οποιοδήποτε ποσό πληρωτέο από τον υπεύθυνο ιατρό.