19.—(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου σε ισχύ, κάθε έλλειμμα δημόσιων χρημάτων, αξιών ή υλικού που διαπιστώνεται με την καθορισμένη διαδικασία, αναπληρώνεται από το Δημόσιο Υπόλογο, ως αποτέλεσμα των οδηγιών ή ενεργειών του οποίου προέκυψε το έλλειμμα αυτό.
(2) Κάθε έλλειμμα υλικού καταλογίζεται στον υπεύθυνο Δημόσιο Υπόλογο σε χρήμα με βάση την τρέχουσα τιμή κατά τον καταλογισμό. Η τιμή αυτή προσδιορίζεται από τον οικείο Υπουργό ή Προϊστάμενο της Ανεξάρτητης Υπηρεσίας σε συνεννόηση με το Γενικό Λογιστή.
(3) Απαγορεύεται η ανάμιξη ξένων χρημάτων στη διαχείριση του Δημόσιου Υπόλογου.
(4) Οι Δημόσιοι Υπόλογοι οφείλουν να τηρούν τις σχετικές διατάξεις των Κανονισμών κατά την αποστολή και παραλαβή δημόσιων χρημάτων, αξιών και υλικών.
(5) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, ως έλλειμμα λογίζεται και κάθε πληρωμή που δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Δημόσιου Υπόλογου που γίνεται με υπέρβαση της εξουσίας που του χορηγήθηκε.