48.-(1) Τα ιδρύματα οφείλουν να διατηρούν σε ημερήσια βάση εποπτικά ίδια κεφάλαια, ικανά να ανταποκριθούν στη σωρευτική κάλυψη των κεφαλαιακών απαιτήσεων που-
(α) Υπολογίζονται για την κάλυψη του κινδύνου θέσεως και του κινδύνου διακανονισμού αντισυμβαλλόμενου, όπως αυτοί οι κίνδυνοι ορίζονται με Οδηγίες της Εποπτικής Αρχής, βάσει του χαρτοφυλακίου συναλλαγών τους·
(β) υπολογίζονται για τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 49, βάσει του χαρτοφυλακίου συναλλαγών των ιδρυμάτων·
(γ) υπολογίζονται για την κάλυψη του κινδύνου από ανοικτές συναλλαγματικές θέσεις, όπως αυτός ορίζεται με Οδηγίες της Εποπτικής Αρχής, βάσει του συνόλου των δραστηριοτήτων τους·
(δ) ορίζονται με Οδηγίες της Εποπτικής Αρχής, για το συντελεστή φερεγγυότητας των ιδρυμάτων, για όλες τις συναλλαγές τους, εξαιρουμένων τόσο εκείνων του χαρτοφυλακίου συναλλαγών όσο και των μη ρευστοποιήσιμων (πάγιων) στοιχείων του ενεργητικού, με την προϋπόθεση ότι, αυτά αφαιρούνται κατά τον υπολογισμό των εποπτικών ίδιων κεφαλαίων, σύμφωνα με τον εναλλακτικό ορισμό των εποπτικών ίδιων κεφαλαίων, που δύναται να καθορίσει η Εποπτική Αρχή όπως τα θέματα αυτά ορίζονται με τις ανωτέρω Οδηγίες·
(ε) αναλογούν σε συναλλαγές, που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ούτε των Οδηγιών της Εποπτικής Αρχής, για το συντελεστή φερεγγυότητας των ιδρυμάτων, αλλά ενέχουν κινδύνους παρόμοιους με αυτούς, που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο και τις Οδηγίες της Εποπτικής Αρχής για το συντελεστή φερεγγυότητας των ιδρυμάτων.
(2) Ανεξαρτήτως του ποσού των κεφαλαιακών απαιτήσεων, που αναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (ε) του εδαφίου (1), τα απαιτούμενα εποπτικά ίδια κεφάλαια των Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δεν είναι δυνατόν να είναι κατώτερα από το ένα τέταρτο (25%) των πάγιων εξόδων τους του προηγούμενου έτους, όπως αυτά δύνανται να ορίζονται ειδικότερα με Οδηγίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
(3) Το ποσοστό κατά το εδάφιο (2) δύναται να αναπροσαρμόζεται επί το αυστηρότερο με Οδηγίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, σε περίπτωση ουσιαστικής μεταβολής των δραστηριοτήτων της Κ.Ε.Π.Ε.Υ. σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
(4) Εάν η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δεν έχει ασκήσει ακόμη τις δραστηριότητές της κατά τη διάρκεια ενός ολόκληρου έτους, περιλαμβανομένης της ημερομηνίας έναρξης των δραστηριοτήτων της, τα απαιτούμενα εποπτικά ίδια κεφάλαιά της δε δύνανται να είναι κατώτερα από το ένα τέταρτο (25%) των πάγιων εξόδων όπως αυτά δύνανται να ορίζονται ειδικότερα με Οδηγίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, που προβλέπονται στο πρόγραμμα δραστηριοτήτων της, εκτός εάν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς απαιτήσει την αναπροσαρμογή αυτού του προγράμματος.
(5) Σε περίπτωση κατά την οποία, τα εποπτικά ίδια κεφάλαια των ιδρυμάτων δεν είναι ικανά να ανταποκριθούν σε ημερήσια βάση στη σωρευτική κάλυψη των κεφαλαιακών απαιτήσεων σύμφωνα με το εδάφιο (1), η Εποπτική Αρχή μεριμνά με την αποστολή αυστηρής προειδοποίησης προς το εποπτευόμενο από αυτή ίδρυμα, ώστε τούτο να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να επανορθώσει την κατάσταση, το ταχύτερο δυνατό.
(6) Με Οδηγίες της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται οι αρχές και μέθοδοι προσδιορισμού και υπολογισμού των εποπτικών ίδιων κεφαλαίων των ιδρυμάτων, καθώς και του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, που αυτά πρέπει να διατηρούν, καθώς επίσης και κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια, σε σχέση με τα εποπτικά ίδια κεφάλαια και το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας των ιδρυμάτων, για τους σκοπούς της άσκησης εποπτείας επ' αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(7) Τα ιδρύματα υποχρεούνται να υποβάλλουν στην Εποπτική Αρχή έκθεση, καθώς και όλα τα απαραίτητα στοιχεία και τις αναγκαίες πληροφορίες, που ορίζονται με Οδηγίες της Εποπτικής Αρχής, έτσι ώστε αυτή να κρίνει τη συμμόρφωσή τους με τις διατάξεις των άρθρων 48 έως 52 και ιδίως των εδαφίων (1) έως (6) του παρόντος άρθρου, καθώς και των δυνάμει τούτων, εκδιδόμενων Οδηγιών.
(8) Με τις αναφερόμενες στο εδάφιο (7) Οδηγίες ορίζεται επίσης το περιεχόμενο των υποβαλλόμενων από τα ιδρύματα εκθέσεων και η συχνότητα υποβολής των εκθέσεων και των λοιπών στοιχείων, καθώς και κάθε άλλο ειδικό θέμα και λεπτομέρεια.
(9) Τα ιδρύματα οφείλουν να αποτιμούν καθημερινώς το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών τους σε τρέχουσες τιμές της αγοράς όπως αυτές ορίζονται με Οδηγίες της Εποπτικής Αρχής, εκτός εάν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις, που δύναται να ορίζει με Οδηγίες της η Εποπτική Αρχή.
(10) Με τις αναφερόμενες στο εδάφιο (9) Οδηγίες, η Εποπτική Αρχή δύνανται επίσης να επιτρέπει στα ιδρύματα να χρησιμοποιούν εναλλακτικές μεθόδους αποτίμησης που η ίδια εγκρίνει, ελλείψει άμεσα διαθέσιμων τρεχουσών τιμών της αγοράς, όπως στις περιπτώσεις πράξεων που αφορούν νέες εκδόσεις στις πρωτογενείς αγορές.
(11) Τα ιδρύματα υποχρεούνται να αναφέρουν αμέσως στην Εποπτική Αρχή οποιαδήποτε περίπτωση, κατά την οποία οι αντισυμβαλλόμενοι τους σε συμβάσεις πώλησης και επαναγοράς ή αγοράς και επαναπώλησης, καθώς και σε συναλλαγές δανειοληψίας ή δανειοδοσίας, όπως αυτές ορίζονται με Οδηγίες της Εποπτικής Αρχής, δεν εκπληρώνουν τις συμβατικές υποχρεώσεις που απορρέουν από τις εν λόγω συναλλαγές.
(12) Με Οδηγίες της Εποπτικής Αρχής ορίζεται η έννοια του χαρτοφυλακίου συναλλαγών.
(13) Σε περίπτωση που ίδρυμα παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων Οδηγιών διαπράττει διοικητική παράβαση, που τιμωρείται δυνάμει της παραγράφου (ι) του εδαφίου (4) άρθρου 64.