22.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει Οδηγίες, με τις οποίες θα επιτρέπει τη συνεργασία τραπεζών που λειτουργούν ως Ε.Π.Ε.Υ. με Ε.Δ.Ε.Κ.Α., και θα ορίζει τις προϋποθέσεις και τις ειδικές υποχρεώσεις, που οφείλουν να τηρούν οι τράπεζες κατά τη συνεργασία αυτή, με σκοπό τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς, των συμφερόντων των επενδυτών και της νόμιμης λειτουργίας των τραπεζών, περιλαμβανομένης της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει Οδηγίες, με τις οποίες θα επιτρέπει σε Τράπεζες, που παρέχουν επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες, να τις παρέχουν και μέσω αντιπροσώπου, κατά την έννοια του εδαφίου (3) του άρθρου 3, ορίζοντας τις ειδικότερες προϋποθέσεις και τις υποχρεώσεις, που οφείλουν να τηρούν οι τράπεζες κατά τη συνεργασία αυτή, με σκοπό τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς, των συμφερόντων των επενδυτών και της νόμιμης λειτουργίας των τραπεζών.
(3) Ο αντιπρόσωπος της τράπεζας πρέπει να έχει επιτύχει στις εξετάσεις σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 32, αναλόγως των δραστηριοτήτων που θα δύναται να ασκεί.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία ο αντιπρόσωπος είναι νομικό πρόσωπο, αυτός οφείλει να εργοδοτεί τουλάχιστον ένα φυσικό πρόσωπο που πληροί την προϋπόθεση του εδαφίου (3):
Νοείται ότι, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο απαγορεύεται να παρέχει οποιεσδήποτε επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες σε άλλη Ε.Π.Ε.Υ., άλλο αντιπρόσωπο ή Ε.Δ.Ε.Κ.Α.
(5) Η Κεντρική Τράπεζα εποπτεύει την τήρηση από τους αντιπροσώπους των τραπεζών των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δικαιούμενη να τους ελέγχει, είτε η ίδια, είτε μέσω ελεγκτών που η ίδια ορίζει, όπως ελέγχει και τις τράπεζες:
Νοείται ότι, οι αντιπρόσωποι υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της Κεντρικής Τράπεζας τα βιβλία και στοιχεία τους, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο που απαιτείται για τη διενέργεια του ελέγχου, σύμφωνα με τις διατάξεις της τραπεζικής νομοθεσίας και της νομοθεσίας περί κεφαλαιαγοράς.
(6) Οι διατάξεις του Μέρους VIII για την επαγγελματική συμπεριφορά των Ε.Π.Ε.Υ. έχουν άμεση εφαρμογή και στους αντιπροσώπους των τραπεζών, οι οποίοι οφείλουν να τις τηρούν όπως και οι τράπεζες.
(7) Παρά τις διατάξεις του άρθρου 42, αντιπρόσωπος τράπεζας, ο οποίος παραβαίνει τις διατάξεις του Μέρους VIII διαπράττει διοικητική παράβαση, που τιμωρείται δυνάμει της παραγράφου (η) του εδαφίου (4) του άρθρου 64.