2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«αποθέματα ασφάλειας» [Διαγράφηκε]·
«αποθέματα έκτακτης ανάγκης» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Διατήρησης Αποθεμάτων Πετρελαιοειδών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«αποθέματα εμπορίας» [Διαγράφηκε]·
«αποθέματα για ιδία χρήση» σημαίνει τα αποθέματα πετρελαιοειδών που ανήκουν σε μεγάλους καταναλωτές και δε συμπεριλαμβάνονται στα αποθέματα ασφάλειας·
«διάταγμα» σημαίνει διάταγμα του Υπουργού·
«ειδικά αποθέματα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Διατήρησης Αποθεμάτων Πετρελαιοειδών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«εμπορικά αποθέματα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Διατήρησης Αποθεμάτων Πετρελαιοειδών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«εξουσιοδοτημένος λειτουργός» σημαίνει οποιοδήποτε δυνάμει του άρθρου 10 εξουσιοδοτημένο πρόσωπο·
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·
«εταιρεία πετρελαιοειδών» σημαίνει την εταιρεία που εισάγει και διαθέτει για εμπορικούς σκοπούς, τουλάχιστον πέντε χιλιάδες (5 000) μετρικούς τόνους πετρελαιοειδών ετησίως, στην εσωτερική κατανάλωση·
«ισχύουσα διεθνής απόφαση για διάθεση αποθεμάτων» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Διατήρησης Αποθεμάτων Πετρελαιοειδών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«ΚΟΔΑΠ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Διατήρησης Αποθεμάτων Πετρελαιοειδών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
«μεγάλος καταναλωτής» σημαίνει τον καταναλωτή πετρελαιοειδών και ενέργειας που καταναλώνει ποσότητες πετρελαιοειδών και ενέργειας που αντιστοιχούν τουλάχιστον σε δέκα χιλιάδες (10 000) τόνους ισοδύναμου πετρελαίου ετησίως·
«μέλος του ΚΟΔΑΠ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 16 του περί Διατήρησης Αποθεμάτων Πετρελαιοειδών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«Οδηγία 2009/119/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2009/119/ΕΚ του Συμβουλίου της 14ης Σεπτεμβρίου 2009 σχετικά με υποχρέωση διατήρησης ενός ελαχίστου επιπέδου αποθεμάτων αργού πετρελαίου ή/και προϊόντων πετρελαίου από τα κράτη μέλη, όπως αυτή διορθώθηκε∙
«περίοδος πετρελαϊκής κρίσης» σημαίνει την περίοδο κατά την οποία εμφανίζεται σοβαρή διαταραχή στον εφοδιασμό ή/και δυσχέρεια στον εφοδιασμό και η κήρυξη της έναρξης και της λήξης της καθορίζεται με βάση το άρθρο 4∙
«πετρελαιοειδή» σημαίνει τα ενεργειακά προϊόντα που ορίζονται στο σημείου 3.1, της παραγράφου 1 του Παραρτήματος Γ, του Κανονισμού 1099/2008/ΕΚ·
«πρόσωπο» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο και περιλαμβάνει εταιρεία, συνεταιρισμό, σωματείο, ίδρυμα ή οποιαδήποτε άλλη ένωση ή σύμπραξη προσώπων, με νομική προσωπικότητα ή όχι και περιλαμβάνει τις εταιρείες πετρελαιοειδών·
«σοβαρή διαταραχή στον εφοδιασμό» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Διατήρησης Αποθεμάτων Πετρελαιοειδών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«Συμβουλευτική Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή Ενεργειακών Κρίσεων η οποία συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 6·
«Τεχνική Επιτροπή» σημαίνει επιτροπή η οποία συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 5·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού·
«Υπουργείο» σημαίνει το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.