5.—(1) Το αρμόδιο όργανο μπορεί να απαιτεί από τον αιτητή-
(α) Να αποδεικνύει ότι διαθέτει επαγγελματική πείρα, όταν η διάρκεια της εκπαίδευσης την οποία επικαλείται προς υποστήριξη της αίτησής του, σύμφωνα με το άρθρο 4, είναι κατά ένα τουλάχιστον έτος μικρότερη από αυτή που απαιτείται στη Δημοκρατία και η διάρκεια της οποίας δεν μπορεί να υπερβαίνει-
(i) το διπλάσιο της ελλείπουσας περιόδου εκπαίδευσης, εφόσον η ελλείπουσα περίοδος αφορά τον κύκλο μεταδευτεροβάθμιων σπουδών ή/και την περίοδο επαγγελματικής άσκησης που πραγματοποιείται υπό την καθοδήγηση και την ευθύνη αναγνωρισμένου επαγγελματία και που ολοκληρώνεται με εξετάσεις· ή
(ii) την ελλείπουσα περίοδο εκπαίδευσης, εφόσον η ελλείπουσα περίοδος αφορά την περίοδο άσκησης του επαγγέλματος που πραγματοποιείται με την αρωγή αναγνωρισμένου επαγγελματία·ή
(β) να πραγματοποιήσει στη Δημοκρατία πρακτική άσκηση προσαρμογής, επί τρία έτη κατ' ανώτατο όριο, ή να υποβληθεί σε δοκιμασία επάρκειας, όταν-
(i) η εκπαίδευση την οποία έχει λάβει, σύμφωνα με το άρθρο 4, αφορά τομείς γνώσεων ουσιωδώς διαφορετικούς από εκείνους που καλύπτονται από το δίπλωμα που απαιτείται στη Δημοκρατία, ή
(ii) στην περίπτωση που προβλέπεται στο άρθρο 4, το κατοχυρωμένο επάγγελμα στη Δημοκρατία περιλαμβάνει μία ή περισσότερες κατοχυρωμένες επαγγελματικές δραστηριότητες, οι οποίες δεν υφίστανται στο κατοχυρωμένο επάγγελμα που ασκεί ο αιτητής στο κράτος μέλος καταγωγής ή προέλευσής του και χαρακτηριστικό της διαφοράς αυτής είναι ειδική εκπαίδευση που απαιτείται στη Δημοκρατία, και που αφορά τομείς γνώσεων ουσιωδώς διαφορετικούς από εκείνους που καλύπτονται από το δίπλωμα που προσκομίζει ο αιτητής.
(2)(α) Η συνολική διάρκεια της επαγγελματικής πείρας που απαιτείται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1), δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τέσσερα έτη.
(β) Όσο αφορά τα διπλώματα, κατά την έννοια της παραγράφου (β) της ερμηνείας του όρου «δίπλωμα» στο άρθρο 2, ως διάρκεια εκπαίδευσης θεωρείται η διάρκεια εκπαίδευσης που απαιτείται για τον τίτλο που αναφέρεται στην παράγραφο (α) της ερμηνείας του εν λόγω όρου.
(γ) Κατά την εφαρμογή του παρόντος εδαφίου, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η διάρκεια της επαγγελματικής πείρας που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 4.
(3) Εάν το αρμόδιο όργανο προτίθεται να απαιτήσει από τον αιτητή να παρακολουθήσει πρακτική άσκηση προσαρμογής ή να υποβληθεί σε δοκιμασία επάρκειας, οφείλει να εξακριβώσει πρώτα κατά πόσο οι γνώσεις που απέκτησε ο αιτητής από την επαγγελματική πείρα του είναι ικανές να καλύψουν, πλήρως ή εν μέρει, την ουσιώδη διαφορά που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1).
(4)(α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (β), η επιλογή μεταξύ πρακτικής άσκησης προσαρμογής και δοκιμασίας επάρκειας ανήκει στον αιτητή.
(β) Το δικαίωμα της επιλογής που αναφέρεται στην παράγραφο (α), δεν ισχύει για επαγγέλματα, η άσκηση των οποίων απαιτεί επακριβή γνώση του εθνικού δικαίου και ως προς τα οποία η παροχή συμβουλών ή/και συνδρομής σε θέματα εθνικού δικαίου αποτελεί ουσιώδες και σταθερό στοιχείο της άσκησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Σε τέτοια περίπτωση η απόφαση εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου οργάνου.