10.—(1) Το αρμόδιο όργανο αναγνωρίζει, στους υπηκόους των κρατών μελών που πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος Νόμου για την πρόσβαση σε κατοχυρωμένο επάγγελμα και για την άσκηση αυτού στη Δημοκρατία, το δικαίωμα να κάνουν χρήση-
(α) Του επαγγελματικού τίτλου που αντιστοιχεί στο επάγγελμα αυτό στη Δημοκρατία και, ενδεχομένως, της σύντμησης του τίτλου αυτού· και
(β) του νόμιμου ακαδημαϊκού τίτλου, τον οποίο απέκτησαν στο κράτος μέλος καταγωγής ή προέλευσης και, όπου ενδείκνυται, της σύντμησης του τίτλου αυτού, στη γλώσσα του κράτους μέλους αυτού. Ο τίτλος αυτός πρέπει να συνοδεύεται από το όνομα και τον τόπο του εκπαιδευτικού ιδρύματος ή την εξεταστική επιτροπή που τον έχει χορηγήσει.
(2)(α) Όταν ένα επάγγελμα κατοχυρώνεται στη Δημοκρατία από ένωση ή οργάνωση, κατά τα οριζόμενα στην ερμηνεία του όρου «κατοχυρωμένη δραστηριότητα» στο άρθρο 2, το αρμόδιο όργανο αναγνωρίζει στους υπηκόους των κρατών μελών, το δικαίωμα να κάνουν χρήση του επαγγελματικού τίτλου ή της σύντμησης αυτού που απονέμει η ένωση ή η οργάνωση αυτή, μόνο εφόσον αποδεικνύουν ότι είναι μέλη της ένωσης ή της οργάνωσης αυτής.
(β) Όταν η αναφερόμενη στην παράγραφο (α) ένωση ή οργάνωση εξαρτά την ιδιότητα του μέλους από την ύπαρξη ορισμένων προσόντων, δύναται να εφαρμόσει την απαίτηση αυτή στους υπηκόους των κρατών μελών επί των οποίων εφαρμόζονται οι παράγραφοι (α) ή (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, μόνο εφόσον πληρούνται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου.