4.—(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε όλους τους εργαζομένους, αναφορικά με όλες τις δραστηριότητες που έχουν σχέση με την απασχόληση.
(2) Από την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) και των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 7 της παραγράφου (α), του εδαφίου (1) και των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 8 και των εδαφίων (1), (2) και (3) του άρθρου 10, εξαιρούνται οι επαγγελματικές δραστηριότητες που αναγράφονται στον Πίνακα, επειδή κάποιο χαρακτηριστικό σχετιζόμενο με το φύλο συνιστά πραγματική και αποφασιστικής σημασίας απαίτηση για την άσκησή τους. Στον εν λόγω Πίνακα αναγράφονται και οι ειδικότεροι λόγοι εξαιρέσεως κάθε δραστηριότητας. Οι εξαιρέσεις αυτές ισχύουν εφόσον εξυπηρετούν ένα νόμιμο σκοπό και εφόσον η ανωτέρω απαίτηση ανταποκρίνεται στην αρχή της αναλογικότητας.
(3) Οι αναφερόμενες στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου εξαιρέσεις επανεξετάζονται από την αρμόδια αρχή, κατόπιν διαβουλεύσεων με το Εργατικό Συμβουλευτικό Σώμα, κατά χρονικά διαστήματα όχι μεγαλύτερα της πενταετίας, προκειμένου να κριθεί, λαμβανομένης υπόψη της κοινωνικής εξελίξεως, αν δικαιολογείται η διατήρησή τους.
(4) Ο παρών Νόμος δε θίγει τις διατάξεις που αφορούν την προστασία της γυναίκας, ιδίως όσον αφορά την εγκυμοσύνη, τον τοκετό, τη γαλουχία και τη μητρότητα. Μια γυναίκα που έλαβε άδεια μητρότητας δικαιούται, μετά το πέρας της περιόδου αυτής της άδειας, να επιστρέψει στη θέση εργασίας της ή σε αντίστοιχη θέση υπό όρους και συνθήκες που δεν είναι δυσμενέστεροι γι΄αυτήν και να επωφεληθεί από οποιαδήποτε βελτίωση των συνθηκών εργασίας την οποία θα εδικαιούτο κατά τη διάρκεια της απουσίας της. Ο παρών Νόμος δεν επηρεάζει τις διατάξεις του περί Γονικής Άδειας για Λόγους Ανωτέρας Βίας Νόμου του 2002.
(5) Τυχόν λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης ή άδειας μητρότητας κατά την έννοια του περί Προστασίας της Μητρότητας Νόμου συνιστά διάκριση κατά την έννοια του παρόντος Νόμου.