1. Πριν την νηολόγηση η αρμόδια αρχή διενεργεί τεχνικό έλεγχο του αεροσκάφους και του εξοπλισμού του.
2. Μετά την νηολόγηση η αρμόδια αρχή διενεργεί τεχνικό έλεγχο του αεροσκάφους και του εξοπλισμού του -
(α) κατά περιοδικά χρονικά διαστήματα ή μετά την συμπλήρωση ορισμένων ωρών πτήσεως ή ορισμένου αριθμού απογειώσεων,
(β) μετά την εκτέλεση επισκευών ή μετατροπών,
(γ) κάθε φορά που φυσικό γεγονός, βλάβη ή ελαττωματική λειτουργία επιβάλλει τον έλεγχο,
(δ) κάθε φορά που η αρμόδια αρχή κρίνει τον έλεγχο αναγκαίο.
3. Οι έλεγχοι κατά την παράγραφο 2 στοιχεία (β), (γ) και (δ) μπορούν να διενεργούνται και σε αλλοδαπά αεροσκάφη. Η αρμόδια αρχή μπορεί να απαγορεύει την αναχώρηση του αεροσκάφους μέχρις ότου διενεργηθεί ο έλεγχος και διαπιστωθεί η πτητική ικανότητά του.
4. Ένα αεροσκάφος που σχεδιάσθηκε, κατασκευάσθηκε, λειτουργεί και συντηρείται σύμφωνα με τις κοινές τεχνικές προδιαγραφές και διοικητικές διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ή σύμφωνα με το ισχύον στην Δημοκρατία διεθνές δίκαιο θεωρείται ότι ικανοποιεί τους σκοπούς του άρθρου αυτού, εκτός αν περιστατικά μεταγενέστερα των σχετικών πιστοποιητικών επιβάλλουν νέο έλεγχο.
5. Μετά την θετική έκβαση του ελέγχου της παραγράφου 1 χορηγείται πιστοποιητικό πτητικής ικανότητας. Μετά την θετική έκβαση των ελέγχων της παραγράφου 2 ανανεώνεται το πιστοποιητικό πτητικής ικανότητας.
6. Αν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει την μη τήρηση όρου, ο οποίος περιλαμβάνεται σε ισχύον πιστοποιητικό πτητικής ικανότητας ή διαπιστώσει λάθη ή παραλείψεις στον έλεγχο, ή αν συμβούν φυσικά γεγονότα ή βλάβες οι οποίες μπορούν να διακινδυνεύουν την ασφάλεια του αεροσκάφους, η αρμόδια αρχή αναστέλλει την ισχύ του πιστοποιητικού πτητικής ικανότητας, το οποίο πρέπει να επιστρέφεται αμέσως σ’αυτήν, εν όψει νέου ελέγχου.
7. Κάθε φυσικό γεγονός, βλάβη ή ελαττωματική λειτουργία, που μπορεί να διακυβεύει την ασφάλεια αεροσκάφους, πρέπει να αναφέρεται αμέσως από τον κυβερνήτη του αεροσκάφους στην αρμόδια αρχή.
8. Το Υπουργικό Συμβούλιο ορίζει τα τέλη και τα έξοδα τα οποία οφείλει να καταβάλλει ο ιδιοκτήτης ή ο εκμεταλλευόμενος το αεροσκάφος, έκαστος ευθυνόμενος ενιαίως ή/και κεχωρισμενως.