1. Συνίσταται Επιτροπή Διερευνήσεως Αεροπορικών Ατυχημάτων και Συμβάντων (στο εξής: Επιτροπή) η οποία ορίζεται ως η αρμόδια αρχή διερεύνησης ασφάλειας για σκοπούς του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 996/2010. Αποτελείται από δυο εώς τέσσερις επιθεωρητές αεροπορικών ατυχημάτων ως μελή και τον αρχιεπιθεωρητή αεροπορικών ατυχημάτων ως πρόεδρο. Επικουρείται από προσωπικό, το όποιο παρέχεται κατά περίσταση από τον Υπουργό.
2. Η Επιτροπή αποτελεί μόνιμη ανεξάρτητη αρχή. Τελεί, για σκοπούς κοινοβουλευτικού ελέγχου, υπό την γενική εποπτεία του Υπουργού, αλλά ούτε ζητεί ούτε δέχεται γενικές ή ειδικές οδηγίες από αυτόν ή από άλλη διοικητική αρχή. Η Επιτροπή είναι διοικητικά και λειτουργικά ανεξάρτητη από τις αρχές που είναι αρμόδιες για την αξιοπλοΐα, την πιστοποίηση και τον έλεγχο της πτητικής ικανότητας αεροσκαφών, την έκδοση λοιπών πιστοποιητικών και την χορήγηση αδειών πολιτικής αεροπορίας, τον έλεγχο του χειρισμού πτήσεων και της συντηρήσεως αεροσκαφών, τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας, την λειτουργία αερολιμένων και τον έλεγχο αυτών. Είναι επίσης ανεξάρτητη από οποιοδήποτε όργανο ή τρίτο, του οποίου τα συμφέροντα ή οι αποστολές θα μπορούσαν να έλθουν σε σύγκρουση με τις αρμοδιότητες της Επιτροπής ή να επηρεάσουν την αντικειμενικότητά της.
3. Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 1, οι αρμοδιότητες της Επιτροπής περιλαμβάνουν και την συλλογή και ανάλυση στοιχείων σχετικών με την αεροπορική ασφάλεια, ιδίως για προληπτικούς σκοπούς, στο μετρό που η άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών δεν επηρεάζει την ανεξαρτησία της Επιτροπής και δεν συνεπάγεται αρμοδιότητες ρυθμιστικού, κανονιστικού ή διοικητικού χαρακτήρα και τυποποίησης.
4. Η Επιτροπή εφοδιάζεται από τον Υπουργό με τα απαραίτητα μέσα και με επαρκείς πόρους για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της με τρόπο ανεξάρτητο από τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρχές.
5. Η Επιτροπή μπορεί να ορίσει κατάλληλα πρόσωπα ως εντεταλμένους διερευνητές, οι οποίοι σε συγκεκριμένες περιπτώσεις επικουρούν την Επιτροπή συμφώνα με οδηγίες και υπό την εποπτεία της Επιτροπής.
6. Μόλις συγκροτηθεί, η Επιτροπή εκδίδει, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 220 (νομικό καθεστώς διερευνήσεως), κανόνες λειτουργιάς της.
7. Η Επιτροπή δύναται κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 6 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 996/2010 να ζητά τη συνδρομή από αρχές διερεύνησης ασφάλειας άλλων κρατών μελών ή να αναθέτει τη διεξαγωγή διερεύνησης ασφάλειας ατυχήματος ή σοβαρού συμβάντος σε άλλες αρχές διερεύνησης ασφάλειας με αμοιβαία συμφωνία διευκολύνοντας συνάμα τη διαδικασία διερεύνησης ασφάλειας από την άλλη αρχή.