54.—(1) Το επιβαλλόμενο δυνάμει του πιο πάνω άρθρου πρόστιμο υπολογίζεται ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης.
(2) Κατά την επιβολή του προστίμου, η αρμόδια αρχή δύναται, αν το θεωρήσει σκόπιμο, να λάβει υπόψη της οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης που παρέχεται έναντι της από τον παραβάτη ή εκ μέρους του παραβάτη, αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής.
(3) Το πρόστιμο επιβάλλεται με αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας αρχής που βεβαιώνει την παράβαση, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή εκπρόσωπο του να ακουστεί προφορικώς ή γραπτώς.
(4) Εναντίον της απόφασης για επιβολή προστίμου επιτρέπεται να ασκηθεί, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημέρα που το ενδιαφερόμενο πρόσωπο λαμβάνει γνώση της σχετικής απόφασης, ιεραρχική προσφυγή -
(α) ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου, σε περίπτωση που η αρμόδια αρχής είναι ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή το Υπουργείο Εσωτερικών· ή
(β) ενώπιον του Υπουργού, σε κάθε άλλη περίπτωση.
(5) Το ποσό του προστίμου εισπράττεται από την αρμόδια αρχή όταν περάσει άπρακτη η προθεσμία προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου των εβδομήντα πέντε (75) ημερών-
(α) από την κοινοποίηση της απόφασης για επιβολή ποινής προστίμου ή,
(β) σε περίπτωση που ασκείται προσφυγή σύμφωνα με το εδάφιο (4), από την κοινοποίηση της επί της ιεραρχικής προσφυγής απόφασης.
(6) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής των κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενων από την αρμόδια αρχή προστίμων, η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττεται το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.