10.—(1) Μετά τη λήξη της γονικής άδειας ο εργοδοτούμενος δικαιούται να επανέλθει στην εργασία του στην ίδια ή παρόμοια θέση, η οποία δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι κατώτερη από αυτή που είχε πριν λάβει τη γονική άδεια.
(2) Τα κεκτημένα δικαιώματα ή τα δικαιώματα που είναι υπό κτήση από τον εργοδοτούμενο κατά τη ημερομηνία έναρξης της γονικής άδειας διατηρούνται ως έχουν μέχρι τέλους της γονικής άδειας. Με τη λήξη της γονικής άδειας, εφαρμόζονται τα δικαιώματα αυτά, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε αλλαγών προκύψουν από νομοθεσία, συλλογικές συμβάσεις ή πρακτική.
(3) Κατά τον χρόνο απουσίας του εργοδοτουμένου από την εργασία του, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου, ο εργοδοτούμενος πιστώνεται με ασφαλιστέες αποδοχές σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων του 1980 μέχρι (Αρ. 4) του 2001.
(4) Ο χρόνος απουσίας του εργοδοτουμένου από την εργασία του, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου, λογίζεται ως χρονικό διάστημα εργασίας για τον υπολογισμό της ετήσιας άδειας μετ' απολαβών. Ο χρόνος απουσίας του εργοδοτούμενου από την εργασία του, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 4 και 12, δε λογίζεται ως χρόνος ετήσιας άδειας δυνάμει των περί Ετησίων Αδειών μετ' Απολαβών Νόμων του 1967 έως 2002.
(5) Ο χρόνος απουσίας του εργοδοτούμενου από την εργασία του, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου, λογίζεται ως περίοδος απασχόλησης για τους σκοπούς των περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμων του 1967 έως (Αρ. 2) του 2001.