16.-(1) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του παρόντος Νόμου, αναφορικά με τη πώληση απορρυπαντικού, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι-
(α) Δεν είναι ο εισαγωγέας στην Δημοκρατία ή ο κατασκευαστής του απορρυπαντικού, και προμηθεύτηκε το απορρυπαντικό από άλλο πρόσωπο και το πώλησε στη συσκευασία, εάν υπάρχει, και στην ίδια κατάσταση, στην οποία βρισκόταν το απορρυπαντικό το χρόνο κατά τον οποίο το προμηθεύτηκε, χωρίς να γνωρίζει ότι το απορρυπαντικό αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού· ή
(β) το απορρυπαντικό, που σχετίζεται με την ισχυριζόμενη διάπραξη του αδικήματος, προοριζόταν για εξαγωγή και πληρούσε τις διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας της χώρας εισαγωγής.
(2) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του παρόντος Νόμου, αναφορικά με την εισαγωγή προς πώληση απορρυπαντικού, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι το απορρυπαντικό, που σχετίζεται με την ισχυριζόμενη διάπραξη του αδικήματος, προοριζόταν για εξαγωγή και πληρούσε τις διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας της χώρας εισαγωγής.
(3) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του παρόντος Νόμου, αναφορικά με τη δημοσίευση οποιασδήποτε διαφήμισης, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι-
(α) Είναι πρόσωπο που κατ' επάγγελμα δημοσιεύει διαφημίσεις ή διευθετεί τη δημοσίευση διαφημίσεων, και ότι παρέλαβε τη δημοσίευση για διαφήμιση κατά τη συνηθισμένη άσκηση του επαγγέλματος του· ή
(β) δε δημοσίευσε τη διαφήμιση και ούτε συμμετείχε στη δημοσίευση αυτής.
(4) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του παρόντος Νόμου, αναφορικά με τη χρήση απορρυπαντικού, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι-
(α) Προμηθεύτηκε το απορρυπαντικό από άλλο πρόσωπο και το χρησιμοποίησε στην ίδια κατάσταση, στην οποία βρισκόταν το απορρυπαντικό το χρόνο κατά τον οποίο το προμηθεύτηκε, χωρίς να γνωρίζει ότι το απορρυπαντικό αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού· ή
(β) δε διενήργησε τη χρήση, η οποία σχετίζεται με την ισχυριζόμενη διάπραξη του αδικήματος, στα πλαίσια της εμπορικής, βιομηχανικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας.
(5) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του άρθρου 7(2), αναφορικά με την παροχή ψευδών, ελλιπών, ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε τις πληροφορίες με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι οι παρεχόμενες πληροφορίες ήταν ψευδής, ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές.
(6) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του άρθρου 8(3), αναφορικά με την παροχή ψευδών, ελλιπών, ανακριβών ή παραπλανητικών λεπτομερειών ή αποτελεσμάτων, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε τις λεπτομέρειες ή αποτελέσματα με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι οι παρεχόμενες λεπτομέρειες ή αποτελέσματα ήταν ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητικά.
(7) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του άρθρου 9(9), αναφορικά με την παροχή ψευδούς, ελλιπούς, ανακριβούς ή παραπλανητικής πληροφορίας, στοιχείου, βιβλίου ή εγγράφου, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε την πληροφορία, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι η παρεχόμενη πληροφορία, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο ήταν ψευδές, ελλιπές, ανακριβές ή παραπλανητικό.
(8) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του άρθρου 10(6), αναφορικά με την υποβολή προσφυγής που παρέχει ψευδή, ανακριβή ή παραπλανητικά στοιχεία ή με την υποβολή ψευδούς, ανακριβούς ή παραπλανητικής πληροφορίας, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι υπέβαλε την προσφυγή ή, ανάλογα με την περίπτωση, την πληροφορία με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι στοιχεία της προσφυγής ή η πληροφορία, αντίστοιχα, ήταν ψευδής, ανακριβής ή παραπλανητική.