4.-(1) Mε την επιφύλαξη της εφαρμογής του περί του Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου του 2002, όταν η πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα ή η άσκησή του προϋποθέτει την κατοχή διπλώματος, όπως αυτό ορίζεται στον παρόντα Νόμο ή στον περί του Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμο του 2002, το αρμόδιο όργανο δεν μπορεί, επικαλούμενο την έλλειψη προσόντων, να αρνείται σε υπήκοο κράτους μέλους την πρόσβαση στο επάγγελμα αυτό ή την άσκηση του, υπό τους ίδιους όρους με τους ημεδαπούς, εφόσον ο αιτητής -
(α) Κατέχει το δίπλωμα, όπως ορίζεται στην ερμηνεία του όρου “δίπλωμα” του παρόντος νόμου ή στην ερμηνεία του όρου δίπλωμα στον περί του Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων Νόμο του 2002, και το οποίο επιβάλλεται από άλλο κράτος μέλος για την πρόσβαση στο εν λόγω επάγγελμα ή την άσκηση του και το οποίο έχει ληφθεί σε άλλο κράτος μέλος· ή
(β) έχει ασκήσει το επάγγελμα αυτό με πλήρη απασχόληση επί δύο έτη ή επί ισοδύναμο χρονικό διάστημα με μειωμένο ωράριο, κατά τη διάρκεια των δέκα τελευταίων ετών σε άλλο κράτος μέλος που δεν κατοχυρώνει αυτό το επάγγελμα ούτε κατά την έννοια που δίδεται στην ερμηνεία των όρων “κατοχυρωμένο επάγγελμα” και “κατοχυρωμένη επαγγελματική δραστηριότητα” ούτε κατά την έννοια που δίδεται στην ερμηνεία των όρων «κατοχυρωμένο επάγγελμα» και «κατοχυρωμένη επαγγελματική δραστηριότητα» στον περί Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων Νόμο του 2002, και έχει αποκτήσει έναν ή περισσότερους τίτλους εκπαίδευσης που έχουν χορηγηθεί από αρμόδια αρχή κράτους μέλους και οι οποίοι προετοίμασαν τον αιτούντα για την άσκηση του εν λόγω επαγγέλματος και
(i) είτε πιστοποιούν ότι ο κάτοχός τους παρακολούθησε με επιτυχία κύκλο σπουδών μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, διαφορετικό από τον αναφερόμενο στην ερμηνεία του όρου “δίπλωμα” του Νόμου περί Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων, διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους ή ισοδύναμης διάρκειας μερικής παρακολούθησης, για την πρόσβαση στον οποίο, κατά κανόνα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, η ολοκλήρωση του κύκλου δευτεροβάθμιων σπουδών που απαιτείται για την πρόσβαση στην πανεπιστημιακή ή άλλη τριτοβάθμια εκπαίδευση και, ενδεχομένως, την επαγγελμα- τική εκπαίδευση που είναι ενσωματωμένη σ΄ αυτόν τον κύκλο σπουδών μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,
(ii) είτε πιστοποιούν μία κατοχυρωμένη εκπαίδευση, όπως αναφέρεται στο Παράρτημα Δ. Σε περίπτωση που ο αιτών κατέχει τίτλο ή τίτλους που πιστοποιούν εκπαίδευση κατοχυρωμένη, δεν απαιτείται διετής επαγγελματική πείρα.
(2) Εξομοιώνεται προς τον τίτλο εκπαίδευσης που αναφέρεται στη παράγραφο (β) του εδαφίου (1), οποιοσδήποτε τίτλος εκπαίδευσης ή οποιοδήποτε σύνολο τέτοιων τίτλων έχει χορηγηθεί από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, εφόσον πιστοποιεί εκπαίδευση, που έχει αποκτηθεί στο έδαφος του και αναγνωρίζεται από αυτό ως ισοδύναμου επιπέδου, υπό τον όρο ότι η αναγνώριση αυτή έχει κοινοποιηθεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή.
(3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται όταν η πρόσβαση σε κατοχυρωμένο επάγγελμα ή η άσκησή του εξαρτάται από την κατοχή διπλώματος, όπως αυτό ορίζεται στην ερμηνεία του όρου “δίπλωμα” στον περί του Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων Νόμο του 2002, ένας από τους όρους χορήγησης του οποίου είναι η επιτυχής περάτωση κύκλου μεταδευτεροβάθμιων σπουδών διάρκειας άνω των τεσσάρων ετών.