10Θ.-(1) Θεσπίζεται εθνικό σύστημα τήρησης των κριτηρίων αειφορίας για τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά.
(2) Το εθνικό σύστημα απαιτεί από τους οικονομικούς φορείς να αποδεικνύουν τη συμμόρφωση των βιοκαυσίμων και βιορευστών με τα κριτήρια αειφορίας που καθορίζονται στα εδάφια (2) έως (5) του άρθρου 10Δ, με-
(α) την υποβολή αξιόπιστων πληροφοριών που αποδεικνύουν την τήρηση των κριτηρίων αειφορίας, και να θέτουν στη διάθεση της αρμόδιας αρχής, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διαμόρφωση των πληροφοριών·
(β) την εξασφάλιση κατάλληλου επιπέδου ανεξάρτητου ελέγχου των υποβαλλόμενων πληροφοριών και την παροχή στοιχείων που να αποδεικνύουν τη διενέργεια του ελέγχου αυτού και ο έλεγχος πρέπει να επαληθεύει ότι τα συστήματα που χρησιμοποιούνται από τους οικονομικούς φορείς είναι ακριβή, αξιόπιστα και δεν επιδέχονται απάτη, να αξιολογείται η συχνότητα και η μεθοδολογία των δειγματοληψιών και η ορθότητα των δεδομένων· και
(γ) την υποβολή κατάλληλων και σχετικών πληροφοριών για τα μέτρα που λαμβάνονται για την προστασία του εδάφους, του νερού και του αέρα, την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων εδαφών, την αποφυγή υπερβολικής κατανάλωσης νερού σε περιοχές όπου το νερό σπανίζει, καθώς και κατάλληλες και σχετικές πληροφορίες για τα μέτρα που λαμβάνονται για να ληφθούν υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:
(i) ο αντίκτυπος της αυξημένης ζήτησης βιοκαυσίμων στην κοινωνική βιωσιμότητα εντός της Δημοκρατίας, της Κοινότητας και των τρίτων χωρών με αυξημένη ζήτηση βιοκαυσίμων·
(ii) o αντίκτυπος της πολιτικής βιοκαυσίμων της Δημοκρατίας και της Κοινότητας στη διαθεσιμότητα τροφίμων σε προσιτές τιμές, ιδίως για τους κατοίκους που ζουν σε αναπτυσσόμενες χώρες, και γενικότερα αναπτυξιακά ζητήματα·
(iii) η τήρηση των δικαιωμάτων χρήσης της γης·
(iv) για τρίτες χώρες και κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποτελούν σημαντική πηγή πρώτων υλών για τα βιοκαύσιμα που καταναλώνονται εντός της Δημοκρατίας και της Κοινότητας, κατά πόσο η χώρα αυτή έχει επικυρώσει και εφαρμόζει καθεμιά από τις ακόλουθες Συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας:
- Σύμβαση περί της Αναγκαστικής ή Υποχρεωτικής Εργασίας (αριθ. 29)·
- Σύμβαση περί Συνδικαλιστικής Ελευθερίας και Προστασίας Συνδικαλιστικού Δικαιώματος (αριθ. 87)·
- Σύμβαση περί Εφαρμογής των αρχών του Δικαιώματος Οργανώσεως και συλλογικής διαπραγματεύσεως (αριθ. 98)·
- Σύμβαση περί ίσης αμοιβής μεταξύ αρρένων και θηλέων εργαζομένων για εργασία ίσης αξίας (αριθ. 100)·
- Σύμβαση για την Κατάργηση της Αναγκαστικής Εργασίας (αριθ. 105)·
- Σύμβαση για τη Διάκριση στην Απασχόληση και στο Επάγγελμα (αριθ. 111)·
- Σύμβαση περί του Κατωτάτου ορίου ηλικίας Εισόδου εις την Απασχόληση (αριθ. 138)·
- Σύμβαση για την Απαγόρευση των Χειρότερων μορφών εργασίας των παιδιών και την Αμεση Δράση με σκοπό την εξάλειψή τους (αριθ. 182),
καθώς και τις ακόλουθες συμβάσεις:
- το Πρωτόκολλο της Καρθαγένης για τη βιοασφάλεια·
- τη Σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο ειδών της Αγριας Πανίδας και Χλωρίδας που απειλούνται με Εξαφάνιση.
(3) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2), δύνανται να είναι οι ακόλουθες:
(i) η τήρηση του κριτηρίου για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου των βιοκαυσίμων που καθορίζεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 10Δ αποδεικνύεται είτε με τη λήψη προκαθορισμένης τιμής για τη συγκεκριμένη οδό παραγωγής είτε με τον υπολογισμό της πραγματικής τιμής, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που καθορίζει ο Υπουργός με Διάταγμά του που εκδίδεται δυνάμει της παρ. (ιη) του άρθρου 5 και του εδαφίου (9) του άρθρου 16∙ και
(ii) η τήρηση των κριτηρίων που αφορούν τα εδάφη που καθορίζονται στα εδάφια (3), (4) και (5) του άρθρου 10Δ, αποδεικνύεται με στοιχεία ότι τα εδάφη από τα οποία λαμβάνονται οι πρώτες ύλες για την παραγωγή βιοκαυσίμων και βιορευστών δεν έχουν τους χαρακτηρισμούς που αναφέρονται στα πιο πάνω εδάφια και τα αποδεικτικά στοιχεία της τήρησης των κριτηρίων για τα εδάφη δύνανται να είναι αεροφωτογραφίες, δορυφορικές εικόνες, χάρτες, εγγραφές/βάσεις δεδομένων, τοπογραφικές μελέτες, ή άλλης μορφής έγγραφα που αφορούν τη συγκεκριμένη περιοχή από την οποία λαμβάνονται οι πρώτες ύλες για την παραγωγή βιοκαυσίμων και βιορευστών.
(4) Ο ανεξάρτητος έλεγχος των πληροφοριών που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) διενεργείται από εξωτερικό ανεξάρτητο ελεγκτή, ο οποίος πρέπει είτε να έχει διαπιστευτεί για τη διενέργεια τέτοιων ελέγχων είτε να διαθέτει τα ελάχιστα προσόντα που ο Υπουργός καθορίζει με Διάταγμά του που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου (κβ) του άρθρου 5 και του εδαφίου (12) του άρθρου 16.
(5) Κατά τη διενέργεια του ελέγχου, ο ελεγκτής δύναται να προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες προκειμένου να εκδίδει δήλωση επαλήθευσης της τήρησης των κριτηρίων αειφορίας:
(α) προσδιορίζει τις δραστηριότητες του οικονομικού φορέα που είναι συναφείς με τα κριτήρια αειφορίας·
(β) εντοπίζει κατά πόσο καλύπτεται η επαλήθευση της τήρησης κριτηρίων αειφορίας από εθελοντικό σύστημα αναγνωρισμένο από την Επιτροπή, από διμερή ή πολυμερή συμφωνία που έχει συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών και έχει αναγνωριστεί από την Επιτροπή για το σκοπό αυτό ή από εθνικό σύστημα άλλου κράτους μέλους της Ένωσης, νοουμένου ότι παρέχεται δήλωση επαλήθευσης, ή πιστοποιητικό, ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία τήρησης των εν λόγω κριτηρίων αειφορίας·
(γ) αναλύει τους κινδύνους που θα μπορούσαν να συνεπάγονται ουσιώδεις ανακρίβειες, με βάση τις επαγγελματικές γνώσεις του και τις πληροφορίες που έχει υποβάλει ο οικονομικός φορέας·
(δ) καθορίζει το επίπεδο διασφάλισης για περιορισμό του κίνδυνου ότι τα αποδεικτικά στοιχεία περιέχουν σφάλματα, λαμβάνοντας υπόψη το είδος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του οικονομικού φορέα·
(ε) καθορίζει το μέγεθος του δείγματος που του παρέχει τη δυνατότητα να επιτύχει το αναγκαίο διάστημα εμπιστοσύνης για έκδοση δήλωσης επαλήθευσης·
(στ) καταρτίζει πρόγραμμα επαλήθευσης, το οποίο αντιστοιχεί στην ανάλυση κινδύνων, καθώς και στο πεδίο και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του οικονομικού φορέα και στο οποίο καθορίζονται οι μέθοδοι δειγματοληψίας που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τις δραστηριότητες του συγκεκριμένου οικονομικού φορέα·
(ζ) εκτελεί το πρόγραμμα επαλήθευσης συγκεντρώνοντας αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τις καθορισμένες μεθόδους δειγματοληψίας, καθώς και κάθε άλλο σχετικό συμπληρωματικό στοιχείο, στα οποία βασίζει το πόρισμα της επαλήθευσης·
(η) ελέγχει και επαληθεύει ότι τα κριτήρια αειφορίας τηρούνται εντός του συστήματος ισοζυγίου μάζας που χρησιμοποιεί ο οικονομικός φορέας·
(θ) πριν καταλήξει στο οριστικό πόρισμα της επαλήθευσης και στην έκδοση δήλωσης επαλήθευσης της τήρησης των κριτηρίων αειφορίας, ζητά από τον οικονομικό φορέα να συμπληρώσει τα ενδεχόμενα κενά της διαδρομής ελέγχου, να εξηγήσει διακυμάνσεις ή να αναθεωρήσει ισχυρισμούς ή υπολογισμούς:
(6) Οι υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανεξάρτητα εάν τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά παράγονται εντός της Δημοκρατίας ή της Κοινότητας ή εισάγονται.