2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετικά -
«άδεια λειτουργίας» σημαίνει την άδεια που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 5 για σκοπούς του παρόντος Νόμου·
«αποστολή» σημαίνει ποσότητα τροφίμων ζωικής προέλευσης που καλύπτονται από κοινό κτηνιατρικό πιστοποιητικό ή έγγραφο ή άλλο εμπορικό έγγραφο, μεταφέρεται με το ίδιο μεταφορικό μέσο και προέρχεται από την ίδια χώρα ή το ίδιο τμήμα χώραςּ
«αριθμός κτηνιατρικής έγκρισης» σημαίνει τον αριθμό ο οποίος παραχωρείται από την αρμόδια αρχή σε εγκεκριμένη εγκατάσταση σύμφωνα με το άρθρο 5·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ενεργουσών διά του Διευθυντή ή οποιουδήποτε άλλου λειτουργού των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών κατάλληλα εξουσιοδοτημένου από αυτόν·
«γνωστοποιητέες ασθένειες» σημαίνει μολυσματικές και μεταδοτικές ασθένειες των ζώων που καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8 του περί της Υγείας των Ζώων Νόμου του 2001·
«διάθεση στην αγορά» σημαίνει την κατοχή, τη διατήρηση ή την έκθεση με σκοπό την πώληση, την προσφορά προς πώληση, την πώληση, την παράδοση ή οποιοδήποτε άλλο τρόπο εμπορίας τροφίμων ζωικής προέλευσης, για σκοπούς ενδοκοινοτικού εμπορίου και εμπορίου με τρίτες χώρες·
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
«εγκατάσταση» σημαίνει οποιοδήποτε χώρο ή υποστατικό στον οποίο παράγονται, υφίστανται επεξεργασία, αποθηκεύονται ή από τον οποίο διατίθενται στην αγορά τρόφιμα ζωικής προέλευσης και δύναται να περιλαμβάνει σφαγείο, εργαστήριο τεμαχισμού κρέατος ζώων, εργαστήριο επεξεργασίας κρεάτων ζώων, μονάδα επανασυσκευασίας κρεάτων ζώων, ψυκτική αποθήκη κρεάτων ζώων ή σύνολο που συγκεντρώνει πολλά από τα πιο πάνω τμήματα·
«εγκεκριμένη εγκατάσταση» σημαίνει εγκατάσταση στην οποία παραχωρείται άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 5·
«εγκεκριμένο εργαστήριο» σημαίνει εργαστήριο το οποίο αναγνωρίζεται από την Αρμόδια Αρχή για την εξέταση δειγμάτων τροφίμων ζωικής προέλευσης·
«εγχειρίδιο HACCP» σημαίνει το εγχειρίδιο που περιλαμβάνει τις διαδικασίες για την εφαρμογή των αρχών του συστήματος HACCP (Hazard Analysis Critical Control Points) (Aνάλυση Κινδύνων Κρίσιμων Σημείων Ελέγχου) στην εγκατάσταση και σχετικά έγγραφα που τηρούνται για την εφαρμογή του συστήματος·
«Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς» σημαίνει εργαστήριο που ορίζεται στο Παράρτημα Ι·
«εισαγωγή» σημαίνει την εισαγωγή τροφίμων ζωικής προέλευσης στο έδαφος κρατών μελών ή της Δημοκρατίας από τρίτες χώρες·
«εκμετάλλευση» σημαίνει οποιοδήποτε χώρο ή υποστατικό στο οποίο διατηρούνται, εκτρέφονται ή μεταφέρονται ζώα και περιλαμβάνει τα μεταφορικά μέσα·
«ενδοκοινοτικό εμπόριο» σημαίνει τις εμπορικές συναλλαγές τροφίμων ζωικής προέλευσης μεταξύ των κρατών μελών συμπεριλαμβανομένης και της Δημοκρατίας και περιλαμβάνει τη διάθεση τους στην εγχώρια αγορά, αμέσως πριν από το στάδιο της λιανικής πώλησης·
«εντεταλμένος κτηνίατρος» σημαίνει ιδιώτη κτηνίατρο, στον οποίο εγγράφως έχει ανατεθεί, σύμφωνα με το άρθρο 8, από το Διευθυντή, η διενέργεια οποιωνδήποτε καθορισμένων κτηνιατρικών ελέγχων και ο οποίος, κατά την άσκηση των εν λόγω ελέγχων, θα θεωρείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ως επίσημος κτηνίατρος·
«επίσημος κτηνίατρος» σημαίνει κτηνίατρο που υπηρετεί στις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και περιλαμβάνει εντεταλμένο κτηνίατρο, ο οποίος είναι εξουσιοδοτημένος από το Διευθυντή δυνάμει του άρθρου 8, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
«επιχειρηματίας» σημαίνει τον ασκόντα την εκμετάλλευση της εγκατάστασης, τον ιδιοκτήτη ή τον υπεύθυνο της εγκατάστασης·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·
«ζώα» σημαίνει ζώα των ακολούθων οικογενειών, γενών ή ειδών:
- βοοειδή, περιλαμβανομένων και των βουβαλιών,
- αιγοπρόβατα,
- κατοικίδια μόνοπλα,
- χοίρους,
- πτηνά δηλαδή ορνιθοειδή, γάλους, μελεαγρίδες, χήνες, πάπιες,
- κουνέλια,
- είδη πτερωτού ή τριχωτού θηράματος, άγριου ή εκτρεφόμενου,
- ερπετά,
- βατραχοειδή·
«καθορισμένο» σημαίνει καθορισμένο με Κανονισμούς, Διάταγμα ή με γνωστοποίηση του Διευθυντή που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου·
«κατάστημα» έχει την έννοια που του αποδίδεται στους περί Υγιεινής του Κρέατος Νόμους του 1979 μέχρι 2003·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κτηνιατρικός έλεγχος» σημαίνει φυσικό έλεγχο, ή/και διοικητική διαδικασία ή διοικητική πράξη που αφορά ζώα και ζωικά προϊόντα, εδώδιμα ή μη, και αποβλέπει άμεσα ή έμμεσα στη διασφάλιση της προστασίας της υγείας των ζώων και της δημόσιας υγείας·
«κτηνίατρος» σημαίνει εγγεγραμμένο κτηνίατρο δυνάμει των προνοιών των περί της Ασκήσεως της Κτηνιατρικής και της Εγγραφής Κτηνιάτρων Νόμων του 1990 μέχρι 2002·
«κτηνιατρικός επιθεωρητής» σημαίνει τον υπάλληλο που εργοδοτείται στην αρμόδια αρχή για να βοηθά επίσημο κτηνίατρο στην εφαρμογή των εξουσιών του ή εκτέλεση των αποφάσεών του, και πληροί τα καθορισμένα κριτήρια·
«μεταφορικά μέσα» σημαίνει τους χώρους ή τα μέρη οδικών οχημάτων, σιδηροδρομικών οχημάτων και αεροσκαφών, τα οποία προορίζονται να περιέχουν φορτίο, καθώς και τα κύτη πλοίων, ή τα εμπορευματοκιβώτια τα οποία προορίζονται για τη χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια μεταφορά·
«τρόφιμα ζωικής προέλευσης» σημαίνει νωπό κρέας ζώων ή κιμά από κρέας ζώων και περιλαμβάνει ζώντα δίθυρα, μαλάκια, εχινόδερμα, χιτονόζωα (ουροχορδωτά), θαλάσσια γαστερόποδα, και σαλιγκάρια, τα οποία προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση ως τρόφιμα·
«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα που δεν ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.