ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
(Άρθρα 2, 9)
ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
1. Μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ορίζονται οι επιχειρήσεις, οι οποίες-
(α)απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζομένους·
(β)έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών, που δεν υπερβαίνει του ποσού σε κυπριακές λίρες που ισοδυναμεί με 40 εκατομμύρια Ευρώ ή έχουν ετήσιο συνολικό ισολογισμό, που δεν υπερβαίνει του ποσού σε κυπριακές λίρες που ισοδυναμεί με 27 εκατομμύρια Ευρώ· και
(γ)πληρούν το κριτήριο της ανεξαρτησίας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2.
2. Ανεξάρτητες επιχειρήσεις είναι εκείνες που δεν ανήκουν, κατά ποσοστό 25% ή περισσότερο του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου, σε μία επιχείρηση ή από κοινού, σε περισσότερες επιχειρήσεις, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στον ορισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Υπέρβαση αυτού του ανώτατου ορίου επιτρέπεται στις εξής δύο περιπτώσεις:
(α)Αν η κυριότητα της επιχείρησης ανήκει σε δημόσιες εταιρείες συμμετοχών, σε εταιρείες παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου ή θεσμικούς επενδυτές και, υπό τον όρο ότι δεν ασκείται έλεγχος ούτε ατομικά ούτε από κοινού·
(β)εάν το κεφάλαιο είναι διεσπαρμένο κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι δυνατόν να καθοριστεί ποιος το κατέχει και εάν η επιχείρηση δηλώσει ότι μπορεί εύλογα να υποθέσει ότι δεν ανήκει, κατά ποσοστό 25% ή περισσότερο, σε μία επιχείρηση, ή από κοινού, σε περισσότερες επιχειρήσεις, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στον ορισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
3. Κατά τον υπολογισμό των ορίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, είναι σκόπιμο να αθροίζονται τα σχετικά στοιχεία που αφορούν την δικαιούχο επιχείρηση και όλες τις επιχειρήσεις που ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα απ΄ αυτήν μέσω κατοχής ποσοστού τουλάχιστον 25% του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου.
4. Όταν κατά την τελική ημερομηνία κατάρτισης του ισολογισμού, μια επιχείρηση βρίσκεται πάνω ή κάτω από τα όρια τα σχετικά με τον αριθμό των εργαζομένων ή τα προαναφερθέντα χρηματοοικονομικά όρια, η κατάσταση αυτή έχει ως αποτέλεσμα την απόκτηση ή την απώλεια εκ μέρους της επιχείρησης αυτής του καθεστώτος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μόνον όταν το φαινόμενο αυτό επαναλαμβάνεται επί δύο διαδοχικά οικονομικά έτη.
5. Ο μέγιστος αριθμός απασχολουμένων ατόμων αντιστοιχεί στον αριθμό ετήσιων μονάδων εργασίας, δηλαδή στον αριθμό εργαζομένων πλήρους απασχόλησης που εργάστηκαν επί ένα έτος. Οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης και τα άτομα που εργάζονται σε εποχική βάση αντιστοιχούν σε κλάσματα των ετήσιων μονάδων εργασίας. Το έτος αναφοράς που λαμβάνεται υπόψη είναι το έτος της τελευταίας κλεισμένης διαχειριστικής χρήσης.
6. Τα όρια κύκλου εργασιών και συνολικού ισολογισμού είναι εκείνα της τελευταίας δωδεκάμηνης κλεισμένης χρήσης. Στην περίπτωση νεοσύστατων επιχειρήσεων, οι λογαριασμοί, των οποίων δεν έχουν κλείσει ακόμη τα όρια που λαμβάνονται υπόψη πρέπει να προκύπτουν από αξιόπιστες εκτιμήσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους.
Δ04γ/ΕΕ/ΕΠ/νμ.καθυστ.πληρωμών.020703/11/ΠΓΠ