23.-(1) ΄Εκαστος εκ των ακόλουθων δικαιούται να υποβάλει στο Διευθυντή καταγγελία, υπό τη μορφή πληροφορίας ή έκθεσης, περί παράβασης οποιασδήποτε διάταξης του Μέρους ΙΙ σε σχέση με σχετικό πλοίο ή περί παράβασης οποιασδήποτε διάταξης του Μέρους ΙΙΙ σε σχέση με σχετικό αλιευτικό σκάφος:
(α) Ναυτικός του σχετικού πλοίου ή του σχετικού αλιευτικού σκάφους·
(β) επαγγελματικός σύνδεσμος, ένωση και συντεχνία, κάθε ένα εκ των οποίων είναι νόμιμα συνεστημένο και θεμελιώνει, δυνάμει νόμου ή του καταστατικού του, επαρκώς έννομο συμφέρον περί της ασφάλειας του σχετικού πλοίου ή του σχετικού αλιευτικού σκάφους, ιδίως όσον αφορά στην ασφάλεια ή υγεία των ναυτικών του εν λόγω πλοίου ή αλιευτικού σκάφους·
(γ) οποιοδήποτε πρόσωπο εν γένει το οποίο έχει ίδιον έννομο συμφέρον περί της ασφάλειας του σχετικού πλοίου ή του σχετικού αλιευτικού σκάφους, ιδίως όσον αφορά στην ασφάλεια ή υγεία των ναυτικών του εν λόγω πλοίου ή αλιευτικού σκάφους.
(2) Σε περίπτωση υποβολής καταγγελίας στο Διευθυντή δυνάμει του εδαφίου (1), ο Διευθυντής διασφαλίζει ότι η ταυτότητα του υποβάλλοντα την καταγγελία δεν αποκαλύπτεται ούτε στον πλοίαρχο του σχετικού πλοίου ή του σχετικού αλιευτικού σκάφους, στο οποίο αφορά η καταγγελία, ούτε στον έχοντα την εκμετάλλευση του εν λόγω πλοίου ή αλιευτικού σκάφους.
(3) Επιθεωρητής ή δημόσιος υπάλληλος, που αποκαλύπτει στον πλοίαρχο ή τον έχοντα την εκμετάλλευση σχετικού πλοίου ή σχετικού αλιευτικού σκάφους την ταυτότητα του υποβάλλοντα καταγγελία η οποία αφορά στο εν λόγω πλοίο ή αλιευτικό σκάφος-
(α) Διαπράττει ποινικό αδίκημα και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες· και
(β) διαπράττει πειθαρχικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται-
(i) προκειμένου περί δημοσίου υπαλλήλου, κατά τα οριζόμενα στους περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμους του 1990 έως 2001,
(ii) προκειμένου περί επόπτη πλοίων, μέχρι και τη παύση του διορισμού του ως επόπτη πλοίων από το Υπουργικό Συμβούλιο.