11.-(1) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή ή η Εντεταλμένη Υπηρεσία, ανάλογα με την περίπτωση, διαπιστώσει πράξεις που είναι ή φαίνονται να είναι αντίθετες με την κοινοτική κτηνιατρική νομοθεσία και την κοινοτική ζωοτεχνική νομοθεσία και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε κοινοτικό επίπεδο, και ειδικότερα -
(α)Όταν έχουν ή φαίνεται να έχουν επιπτώσεις σε άλλα κράτη μέλη, ή
(β)όταν παρόμοιες πράξεις, κατά την κρίση της Αρμόδιας Αρχής ή της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, φαίνεται να έχουν γίνει και σε άλλα κράτη μέλη,
η Αρμόδια Αρχή ή η Εντεταλμένη Υπηρεσία, ανάλογα με την περίπτωση, γνωστοποιεί στην Επιτροπή, το συντομότερο δυνατό, με δική της πρωτοβουλία ή ύστερα από αιτιολογημένη αίτηση της Επιτροπής, κάθε αναγκαία πληροφορία, ενδεχομένως με τη μορφή εγγράφων, αντιγράφων ή αποσπασμάτων εγγράφων, που είναι αναγκαίες για την πλήρη γνώση των γεγονότων, με σκοπό το συντονισμό, από την Επιτροπή, των δράσεων των κρατών μελών.
(2) Όταν οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) αφορούν περιπτώσεις που ενδέχεται να εμφανίζουν κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία, και ελλείψει άλλων μέσων πρόληψης, η Αρμόδια Αρχή ή η Εντεταλμένη Υπηρεσία, ανάλογα με την περίπτωση, μετά από επαφή μεταξύ αυτής και της Επιτροπής, ενημερώνει σχετικά το κοινό, με γνωστοποίηση, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(3) Πληροφορίες σχετικές με φυσικά ή νομικά πρόσωπα γνωστοποιούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), μόνο στο βαθμό που είναι απολύτως αναγκαίος για να διαπιστωθούν οι πράξεις που είναι αντίθετες προς την κοινοτική κτηνιατρική νομοθεσία και την κοινοτική ζωοτεχνική νομοθεσία.
(4) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή ή η Εντεταλμένη Υπηρεσία, ανάλογα με την περίπτωση, κάνει χρήση των διατάξεων του εδαφίου (1), δύναται να μην προβεί προς τις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών στη γνωστοποίηση, που προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 9 και στο άρθρο 10.