9.-(1) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου, ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία και ο πλοίαρχος τέτοιου πλοίου έχουν έκαστος το δικαίωμα να προσβάλουν, εντός της αναφερόμενης στο εδάφιο (2) προθεσμίας, με γραπτή και αιτιολογημένη προσφυγή στον Υπουργό, οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:
(α) οδηγία της Αρμόδιας Αρχής που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 6, η οποία οδηγία αφορά το εν λόγω πλοίο,
(β) απόφαση της Αρμόδιας Αρχής περί επιβολής διοικητικού προστίμου, δυνάμει του άρθρου 8, η οποία απόφαση αφορά το εν λόγω πλοίο.
(2) Το δικαίωμα προσφυγής που χορηγείται δυνάμει του εδαφίου (1) ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από την διαβίβαση, κατά τα διαλαμβανόμενα στον παρόντα Νόμο, της οδηγίας ή απόφασης, στην οποία εδράζεται η προσφυγή.
(3) Η κατά το εδάφιο (1) υποβολή προσφυγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση προσβληθείσας οδηγίας ή απόφασης.
(4) Σε περίπτωση υποβολής προσφυγής δυνάμει του εδαφίου (1), ο Υπουργός την εξετάζει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, δυνάμενος κατά την κρίση του να ακούσει τον προσφεύγοντα ή να δώσει σε αυτόν την ευκαιρία να υποστηρίξει γραπτώς τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή.
(5) Ο Υπουργός έχει εξουσία να αναθέτει σε ένα ή περισσότερους λειτουργούς του Υπουργείου του την εξέταση θεμάτων που αφορούν την προαναφερόμενη προσφυγή και να απαιτεί από αυτούς να του υποβάλλουν το πόρισμα τέτοιας εξέτασης πριν από την έκδοση της απόφασής του επί της προσφυγής.
(6) Ο Υπουργός, εντός προθεσμίας 10 ημερών από την υποβολή της προσφυγής, εκδίδει και διαβιβάζει γραπτώς στον προσφεύγοντα την απόφασή του επί της προσφυγής, δια της οποίας απόφασης -
(α) αποδέχεται εν όλω ή αποδέχεται εν μέρει ή απορρίπτει την προσφυγή· και
(β) κατά περίπτωση, ακυρώνει ή τροποποιεί ή επικυρώνει ή αντικαθιστά την προσβαλλόμενη οδηγία ή απόφαση.
Η απόφαση του Υπουργού καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της στον προσφεύγοντα.
(7) Σε περίπτωση που ο Υπουργός υιοθετεί εν μέρει ή απορρίπτει προσφυγή που του υποβάλλεται δυνάμει του εδαφίου (1), στην απόφασή του επί της προσφυγής ο Υπουργός εκθέτει επαρκώς, δεόντως και σαφώς τους λόγους στους οποίους αυτή βασίζεται, και πληροφορεί τον προσφεύγοντα περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση του Υπουργού με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο και περί της προθεσμίας εντός της οποίας δύναται να ασκηθεί το εν λόγω δικαίωμα, κατά τα διαλαμβανόμενα στο ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος.
(8) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο το οποίο -
(α) υποβάλλει προσφυγή, δυνάμει του εδαφίου (1), η οποία περιέχει ψευδή, ανακριβή ή παραπλανητικά στοιχεία, ή
(β) υποβάλλει πληροφορία, δυνάμει του εδαφίου (4), η οποία είναι ψευδής, ανακριβής ή παραπλανητική,
και υπόκειται-
(αα) σε περίπτωση πρώτου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 2 χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές· ή
(ββ) σε περίπτωση μεταγενέστερου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 4 χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές.