45.-(1) Η κύρια νέα υποδομή φυσικού αερίου, δηλαδή οι διασυνδέσεις, το ΥΦΑ και οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης, μπορεί, κατόπιν αιτήματος, να απαλλάσσεται, για καθορισμένο χρονικό διάστημα, από τις διατάξεις των άρθρων 7(2)(α), 7(2)(γ), 7(2)(ε), 16(1) – μόνο ως προς το διορισμό διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, 18, 30, 31, 36 και 38, υπό τους ακόλουθους όρους:
(α) η επένδυση πρέπει να ενισχύει, αφενός, τον ανταγωνισμό για την προμήθεια αερίου και, αφετέρου, την ασφάλεια του εφοδιασμού·
(β) το ύψος του επενδυτικού κινδύνου είναι τέτοιο ώστε η επένδυση δεν θα πραγματοποιηθεί εάν δεν χορηγηθεί απαλλαγή·
(γ) η υποδομή πρέπει να ανήκει σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο διακριτό, τουλάχιστον από την άποψη της νομικής του προσωπικότητας, από τους διαχειριστές δικτύου στα δίκτυα των οποίων θα κατασκευασθεί η εν λόγω υποδομή·
(δ) επιβάλλονται τέλη στους χρήστες της εν λόγω υποδομής·
(ε) η εξαίρεση δεν πρέπει να αποβαίνει σε βάρος του ανταγωνισμού στις σχετικές αγορές, οι οποίες είναι πιθανό να επηρεαστούν από την επένδυση της αποτελεσματικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου, της αποδοτικής λειτουργίας των συστημάτων που διέπονται από ρυθμιστικές διατάξεις ή της ασφάλειας εφοδιασμού με φυσικό αέριο εντός της Ένωσης.
(2) Το εδάφιο (1) ισχύει επίσης και σε περίπτωση σημαντικής αύξησης του δυναμικού ήδη υπάρχουσας υποδομής ή σε περίπτωση τροποποίησης ήδη υπάρχουσας υποδομής που έχουν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη νέων πηγών προμήθειας φυσικού αερίου.
(3) Η ΡΑΕΚ αποφασίζει κατά περίπτωση, σχετικά με την εξαίρεση που αναφέρεται στις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) και πριν από την έκδοση της απόφασης επί της εξαίρεσης διαβουλεύεται:
(α) Mε τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών των οποίων οι αγορές είναι πιθανό να επηρεαστούν από τη νέα υποδομή, και
(β) με τις οικείες αρχές των τρίτων χωρών όπου η εν λόγω υποδομή είναι συνδεδεμένη με το δίκτυο της Ένωσης υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους και προέρχεται από ή καταλήγει σε μια ή περισσότερες τρίτες χώρες. Όταν οι αρχές τρίτων χωρών από τις οποίες ζητήθηκε διαβούλευση δεν απαντούν στο αίτημα διαβούλευσης εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος, η ΡΑΕΚ δύναται να λάβει την αναγκαία απόφαση.
(4) Εάν η εν λόγω υποδομή χωροθετείται στο έδαφος της Κύπρου και ενός άλλου ή και περισσοτέρων κρατών μελών, η ΡΑΕΚ μπορεί να λαμβάνει συμβουλευτική γνώμη από τον Οργανισμό, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την απόφασή της, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ζητήθηκε η εξαίρεση από την τελευταία από τις ρυθμιστικές αυτές αρχές. Εφόσον όλες οι οικείες ρυθμιστικές αρχές καταλήξουν σε συμφωνία για την απόφαση εξαίρεσης, εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ελήφθη από την τελευταία εκ των ρυθμιστικών αρχών, ενημερώνεται ο Οργανισμός για την απόφαση αυτή, εφόσον δε η εν λόγω υποδομή είναι αγωγός μεταφοράς μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας και το πρώτο σημείο διασύνδεσης με το δίκτυο των κρατών μελών ευρίσκεται στη Δημοκρατία, προτού εκδοθεί απόφαση επί της εξαίρεσης, η ΡΑΕΚ δύναται να διαβουλευθεί με την οικεία αρχή της εν λόγω τρίτης χώρας, με σκοπό να διασφαλιστεί ότι, όσον αφορά την εν λόγω υποδομή, οι διατάξεις της Οδηγίας 2009/73/ΕΚ εφαρμόζονται με συνέπεια στο έδαφος και, κατά περίπτωση, στα χωρικά ύδατα της Δημοκρατίας:
(5) Η ΡΑΕΚ δύναται να ζητά από κοινού με τις υπόλοιπες σχετικές ρυθμιστικές αρχές την παράταση της περιόδου των έξι μηνών για την απόφαση εξαίρεσης, για μέγιστο διάστημα τριών μηνών.
(6) Η εξαίρεση επιτρέπεται να καλύπτει το σύνολο ή μέρος του δυναμικού της νέας υποδομής ή της υφιστάμενης υποδομής με σημαντικά αυξημένο δυναμικό.
(7) Κατά τη λήψη απόφασης για τη χορήγηση εξαίρεσης, λαμβάνεται υπόψη, για κάθε περίπτωση χωριστά, η ανάγκη να επιβληθούν όροι όσον αφορά τη διάρκεια της εξαίρεσης και τη χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στην υποδομή. Κατά τη λήψη της απόφασης σχετικά με τους εν λόγω όρους λαμβάνονται υπόψη κυρίως το πρόσθετο δυναμικό που πρόκειται να κατασκευασθεί ή η τροποποίηση του υπάρχοντος δυναμικού, ο χρονικός ορίζοντας του έργου και οι εθνικές περιστάσεις.
(8) Πριν από τη χορήγηση εξαίρεσης, η ΡΑΕΚ αποφασίζει τους κανόνες και τους μηχανισμούς για τη διαχείριση και την κατανομή δυναμικού. Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς πρέπει να απαιτείται να καλούνται όλοι οι δυνητικοί χρήστες της υποδομής να εκδηλώσουν ενδιαφέρον για μίσθωση δυναμικού, προτού γίνει η κατανομή δυναμικού στη νέα υποδομή, ακόμη και για ιδία χρήση. Η ΡΑΕΚ απαιτεί οι κανόνες διαχείρισης της συμφόρησης να περιλαμβάνουν την υποχρέωση προσφοράς του αχρησιμοποίητου δυναμικού στην αγορά και οι χρήστες της υποδομής να έχουν το δικαίωμα να διαπραγματεύονται το δυναμικό που διαθέτουν βάσει συμβάσεων στη δευτερογενή αγορά. Κατά την αξιολόγηση των κριτηρίων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) στις παραγράφους (α), (β) και (ε), η ΡΑΕΚ λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα της εν λόγω διαδικασίας κατανομής δυναμικού.
(9) Η απόφαση εξαίρεσης, συμπεριλαμβανομένων των όρων που αναφέρονται στο εδάφιο (7), αιτιολογείται δεόντως και δημοσιεύεται.
(10) Η απόφαση απαλλαγής κοινοποιείται αμελλητί από τη ΡΑΕΚ στην Επιτροπή μαζί με όλες τις σχετικές με την εν λόγω απόφαση πληροφορίες. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να υποβάλλονται στην Επιτροπή συνολικά, ώστε να της επιτρέπουν να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση. Ειδικότερα, οι πληροφορίες περιλαμβάνουν:
(α) τους λεπτομερείς λόγους βάσει των οποίων η ΡΑΕΚ χορήγησε ή απέρριψε την απαλλαγή, μαζί με την παραπομπή στο εδάφιο (1), συμπεριλαμβανομένου και του σχετικού σημείου ή σημείων του προαναφερθέντος εδαφίου επί των οποίων βασίστηκε η απόφαση αυτή, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών πληροφοριών που αιτιολογούν την ανάγκη απαλλαγής·
(β) την ανάλυση η οποία διεξήχθη για τις επιπτώσεις της απαλλαγής στον ανταγωνισμό και στην αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου·
(γ) τους λόγους για τη χρονική περίοδο και το μερίδιο του συνολικού δυναμικού της υποδομής φυσικού αερίου για το οποίο χορηγείται η απαλλαγή·
(δ) σε περίπτωση που η εξαίρεση αφορά διασύνδεση, το αποτέλεσμα της διαβούλευσης της ΡΑΕΚ με τις ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές·
(ε) τη συμβολή της υποδομής στη διαφοροποίηση της προμήθειας φυσικού αερίου.
(11) Η ΡΑΕΚ συμμορφώνεται εντός μηνός με την απόφαση της Επιτροπής να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει την απόφαση εξαίρεσης και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.
(12) Η έγκριση μιας απόφασης εξαίρεσης από την Επιτροπή παύει να ισχύει δύο έτη μετά την έκδοση της απόφασης, εάν έως τότε δεν έχει αρχίσει ακόμη η κατασκευή της υποδομής, και πέντε έτη μετά την έκδοση της απόφασης, εάν η υποδομή δεν έχει τεθεί σε λειτουργία, εκτός εάν η Επιτροπή αποφασίσει ότι η καθυστέρηση οφείλεται σε μείζονα εμπόδια που βρίσκονται πέρα από τον έλεγχο του προσώπου στο οποίο χορηγήθηκε η εξαίρεση.