2. Στο παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:-
«άδεια» σημαίνει άδεια που αναφέρεται στο άρθρο 8(1).
«απευθείας αγωγός» σημαίνει αγωγό φυσικού αερίου συμπληρωματικό του διασυνδεδεμένου δικτύου·
«αποθήκευση αγωγών» σημαίνει την αποθήκευση αερίου με συμπίεση σε δίκτυα μεταφοράς και διανομής αερίου, εξαιρουμένων των εγκαταστάσεων που προορίζονται για την εκτέλεση των καθηκόντων του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς.
«ασφάλεια» σημαίνει τόσο την ασφάλεια του εφοδιασμού και της παροχής φυσικού αερίου, όσο και την τεχνική ασφάλεια·
«βοηθητικές υπηρεσίες» σημαίνει όλες τις υπηρεσίες που είναι αναγκαίες για την εκμετάλλευση των δικτύων μεταφοράς ή/και διανομής ή/και των εγκαταστάσεων αποθήκευσης ή/και των εγκαταστάσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου, στις οποίες περιλαμβάνεται η εξισορρόπηση φορτίου και διατάξεων ανάμειξης, εξαιρουμένων των εγκαταστάσεων που προορίζονται για την εκτέλεση των καθηκόντων του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς·
«Γραφείο της ΡΑΕΚ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου του 2003·
«γραμμή διασύνδεσης» σημαίνει τη γραμμή μεταφοράς, που διασχίζει ή γεφυρώνει σύνορο μεταξύ κρατών μελών με αποκλειστικό σκοπό τη σύνδεση των εθνικών συστημάτων μεταφοράς των εν λόγω κρατών μελών·
«διανομή» σημαίνει τη μεταφορά φυσικού αερίου μέσο τοπικών·
ή περιφερειακών δικτύων αεριαγωγών, με σκοπό την παράδοση·
του σε πελάτες, μη συμπεριλαμβανομένης της προμήθειας·
«διασυνδεδεμένο δίκτυο» σημαίνει δίκτυο αποτελούμενο από αριθμό δικτύων, που συνδέονται μεταξύ τους·
«διαχειριστής δικτύου αποθήκευσης» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που ασκεί τη δραστηριότητα αποθήκευσης και είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία εγκατάστασης αποθήκευσης·
«διαχειριστής δικτύου διανομής» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που διεκπεραιώνει το έργο της διανομής και είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία, την εξασφάλιση της συντήρησης και, εφόσον είναι ανάγκη, την ανάπτυξη του δικτύου διανομής σε μια δεδομένη περιοχή, ενδεχομένως δε και των διασυνδέσεών του με άλλα δίκτυα, καθώς και για τη διασφάλιση της μακρόπνοης ικανότητας του δικτύου να ανταποκρίνεται στην εύλογη ζήτηση διανομής φυσικού αερίου·
«διαχειριστής δικτύου μεταφοράς» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που διεκπεραιώνει το έργο της μεταφοράς και είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία, την εξασφάλιση της συντήρησης και, στην περίπτωση που αυτό είναι αναγκαίο, την ανάπτυξη του δικτύου μεταφοράς σε μια δεδομένη περιοχή, και κατά περίπτωση, των διασυνδέσεών του με άλλα δίκτυα, και για τη διασφάλιση της μακρόπνοης ικανότητας του δικτύου να ανταποκρίνεται στην εύλογη ζήτηση μεταφορά φυσικού αερίου·
«διαχειριστής δικτύου υγροποιημένου φυσικού αερίου» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διενεργεί την υγροποίηση του φυσικού αερίου ή την εισαγωγή, εκφόρτωση και την εκ νέου αεριοποίηση υγροποιημένου φυσικού αερίου και είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία εγκατάστασης υγροποιημένου φυσικού αερίου·
«δίκτυο» σημαίνει το δίκτυο μεταφοράς, διανομής, εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου ή/και εγκαταστάσεις αποθήκευσης που ανήκουν σε ή/και που τα εκμεταλλεύεται επιχείρηση φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου των αγωγών και των εγκαταστάσεων για την παροχή βοηθητικών υπηρεσιών, καθώς και των εγκαταστάσεων συνδεδεμένων επιχειρήσεων, που απαιτούνται για την παροχή πρόσβασης στη μεταφορά, τη διανομή και το υγροποιημένο φυσικό αέριο·
«εγκατάσταση αποθήκευσης» σημαίνει την εγκατάσταση, που χρησιμοποιείται για την αποθήκευση φυσικού αερίου, η οποία ανήκει ή/και την οποία εκμεταλλεύεται μια επιχείρηση φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος των εγκαταστάσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου, που χρησιμοποιείται για αποθήκευση, εξαιρουμένου του τμήματος που χρησιμοποιείται για δραστηριότητες παραγωγής και εξαιρουμένων των εγκαταστάσεων που προορίζονται αποκλειστικά για την εκτέλεση των καθηκόντων του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς·
«εγκατάσταση υγροποιημένου φυσικού αερίου» σημαίνει τον τερματικό σταθμό, που χρησιμοποιείται για την υγροποίηση φυσικού αερίου ή την εισαγωγή, την εκφόρτωση και την εκ νέου αεριοποίηση υγροποιημένου φυσικού αερίου, και περιλαμβάνει τις βοηθητικές υπηρεσίες και την προσωρινή αποθήκευση, που είναι αναγκαίες για τη διαδικασία εκ νέου αεριοποίησης και στη συνέχεια την τροφοδότηση του δικτύου μεταφοράς, χωρίς ωστόσο να συμπεριλαμβάνει τμήματα τερματικών σταθμών υγροποιημένου φυσικού αερίου, που να χρησιμοποιούνται για αποθήκευση·
«επιλέγων πελάτης» σημαίνει τον πελάτη, που είναι ελεύθερος να αγοράζει φυσικό αέριο από τον προμηθευτή της επιλογής του κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 31.
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«επιχείρηση αποθήκευσης» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί δραστηριότητα αποθήκευσης δυνάμει του παρόντος Νόμου·
«επιχείρηση διανομής» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που ασκεί τη δραστηριότητα διανομής δυνάμει του παρόντος Νόμου·
«επιχείρηση μεταφοράς» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που ασκεί δραστηριότητα μεταφοράς δυνάμει του παρόντος Νόμου·
«επιχείρηση προμήθειας» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που ασκεί δραστηριότητα προμήθειας δυνάμει του παρόντος Νόμου·
«επιχείρηση φυσικού αερίου» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που ασκεί τουλάχιστο μία από τις δραστηριότητες της παραγωγής, μεταφοράς, διανομής, προμήθειας, αγοράς ή αποθήκευσης φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου του υγροποιημένου φυσικού αερίου και είναι υπεύθυνο για τα εμπορικά και τεχνικά καθήκοντα ή/και τα καθήκοντα συντήρησης που σχετίζονται με τις δραστηριότητες αυτές, εξαιρουμένων των τελικών πελατών·
«κάτοχος άδειας» σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο χορηγείται άδεια σύμφωνα με το άρθρο 10·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση» σημαίνει την επιχείρηση φυσικού αερίου ή τον όμιλο επιχειρήσεων:
(α) οι αμοιβές σχέσεις των οποίων καθορίζονται στο άρθρο 3(3) του Κανονισμού 4064/89 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (EEL 395 δυνάμει της 30.12.1989 σ.1), και
(β) που ασκεί δύο ή περισσότερες από τις δραστηριότητες της παραγωγής, μεταφοράς, διανομής προμήθειας ή αποθήκευσης φυσικού αερίου·
«Κανονισμοί» σημαίνει Κανονισμούς, που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 43·
«μακροπρόθεσμος προγραμματισμός» σημαίνει τον προγραμματισμό του εφοδιασμού και της μεταφορικής δυναμικότητας των επιχειρήσεων φυσικού αερίου πάνω σε μακροπρόθεσμη βάση με τέτοιο τρόπο ώστε, να ικανοποιείται η ζήτηση σε φυσικό αέριο του δικτύου, να επιτυγχάνεται η διαφοροποίηση των πηγών και να διασφαλίζεται ο εφοδιασμός των πελατών·
«μεταφορά» σημαίνει τη μεταφορά φυσικού αερίου μέσω δικτύου αγωγών υψηλής πίεσης, εξαιρουμένων προς τα ανάντη δικτύου αγωγών, με σκοπό την παροχή σε πελάτες, μη συμπεριλαμβανομένης της προμήθειας·
«μη οικιακός πελάτης» σημαίνει τον πελάτη, ο οποίος αγοράζει φυσικό αέριο, που δεν προορίζεται για ιδία οικιακή χρήση.
«Μητρώο» σημαίνει το Μητρώο το οποίο συστήνει, τηρεί και διαχειρίζεται η ΡΑΕΚ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7(ιγ)·
«οικιακός πελάτης» σημαίνει τον πελάτη, ο οποίος αγοράζει φυσικό αέριο για δική του οικιακή κατανάλωση,
«ολοκληρωμένη επιχείρηση φυσικού αερίου» σημαίνει την επιχείρηση που είναι κάθετα ή οριζόντια ολοκληρωμένη,
«οριζόντια ολοκληρωμένη επιχείρηση» σημαίνει επιχείρηση, που ασκεί μία τουλάχιστον από τις δραστηριότητες της παραγωγής, μεταφοράς, διανομής, προμήθειας ή αποθήκευσης φυσικού αερίου και μία δραστηριότητα εκτός του τομέα του φυσικού αερίου·
«πελάτης» περιλαμβάνει τους χονδρικούς και τελικούς πελάτες φυσικού αερίου και τις επιχειρήσεις φυσικού αερίου, που αγοράζουν φυσικό αέριο·
«προμήθεια» σημαίνει την πώληση, συμπεριλαμβανομένης της μεταπώλησης, φυσικού αερίου, καθώς και υγροποιημένου φυσικού αερίου, σε πελάτες·
«προς τα ανάντη δίκτυο αγωγών» σημαίνει κάθε αγωγό ή δίκτυο αγωγών που λειτουργεί ή/και κατασκευάζεται ως μέρος ενός έργου παραγωγής πετρελαίου ή φυσικού αερίου ή χρησιμοποιείται για την παροχέτευση φυσικού αερίου από ένα ή περισσότερα τέτοια έργα προς ένα εργοστάσιο ή τερματικό σταθμό επεξεργασίας ή τελικό παράκτιο σταθμό εκφόρτωσης·
«ΡΑΕΚ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου του 2003·
«Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο από το άρθρο 2 του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου του 2003·
«συνδεδεμένη επιχείρηση» σημαίνει συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 41 της έβδομης οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, βασιζόμενης στο άρθρο 44 παράγραφος 2 στοιχείο ζ)(10) της Συνθήκης, για τους ενοποιημένους λογαριασμούς ή/και συγγενή επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 33, παράγραφος 1 της ίδιας οδηγίας ή/και επιχειρήσεις που ανήκουν στους ίδιους μετόχους·
«τέλη» σημαίνει τέλη που καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 43(2)(θ)·
«τελικός πελάτης» σημαίνει πελάτη που αγοράζει φυσικό αέριο για ιδία χρήση·
«τέλος άδειας» σημαίνει το τέλος που καταβάλλεται στη ΡΑΕΚ από επιχείρηση φυσικού αερίου για την έκδοση άδειας δυνάμει του Νόμου και τους εκάστοτε σε ισχύ Κανονισμούς για έκδοση αδειών φυσικού αερίου που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 43(2)(α)·
«τέλος αίτησης» σημαίνει το τέλος που καταβάλλεται στη ΡΑΕΚ από επιχείρηση φυσικού αερίου όταν υποβάλλεται αίτηση για έκδοση, τροποποίηση ή μεταβίβαση άδειας ή για εξαίρεση από άδεια και το τέλος αυτό καλύπτει την αξιολόγηση της αίτησης καθώς και την εγγραφή της στο Μητρώο·
«τέλος εξαίρεσης» σημαίνει το τέλος που καταβάλλεται στη ΡΑΕΚ από επιχείρηση φυσικού αερίου για το σκοπό παροχής εξαίρεσης από την κατοχή άδειας·
«τέλος μεταβίβασης» σημαίνει το τέλος που καταβάλλεται στη ΡΑΕΚ από επιχείρηση φυσικού αερίου για μεταβίβαση της άδειάς της σε άλλη επιχείρηση φυσικού αερίου·
«τέλος τροποποίησης» σημαίνει το τέλος που καταβάλλεται στη ΡΑΕΚ από επιχείρηση φυσικού αερίου για τροποποίηση υφιστάμενης άδειας·
«τεχνικοί κανόνες» σημαίνει τους κανόνες που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 15·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού·
«Υποχρέωση Δημόσιας Ωφέλειας» σημαίνει οποιαδήποτε υποχρέωση που επιβάλλεται σε επιχειρήσεις φυσικού αερίου δυνάμει του άρθρου 37 και λαμβάνει υπόψη τους γενικούς κοινωνικούς, οικονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες·
«υγροποιημένο φυσικό αέριο» σημαίνει φυσικό αέριο σε υγροποιημένη μορφή·
«φυσικό αέριο» σημαίνει οποιουσδήποτε υδρογονάνθρακες ή μείγμα υδρογονανθράκων και άλλων αερίων που αποτελούνται κυρίως από μεθάνιο και περιλαμβάνει το υγροποιημένο φυσικό αέριο·
«χονδρικός πελάτης» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένου του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς και του διαχειριστή δικτύου διανομής, το οποίο αγοράζει φυσικό αέριο προκειμένου να το μεταπωλήσει εντός ή εκτός του δικτύου στο οποίο είναι εγκατεστημένο·
«χρήστης δικτύου» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που τροφοδοτεί το δίκτυο ή τροφοδοτείται από αυτό.