18.-(1) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή, όταν αυτή βρίσκεται στη Δημοκρατία, εισπράττει από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και παρακρατεί όλα τα έξοδα που συνδέονται με την είσπραξη σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ισχύουν στη Δημοκρατία, οι οποίες εφαρμόζονται σε παρόμοιες απαιτήσειςτης απαίτησης.
(2) Η Δημοκρατία παραιτείται έναντι των άλλων κρατών μελών από οποιαδήποτε απαίτηση για απόδοση επιστροφήτων εξόδων που προέκυψαν από την παροχή αμοιβαίας συνδρομήςστο κράτος μέλος όπου η αιτούσα αρχή έχει την έδρα της, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και την Οδηγία 76/308/ΕΟΚ.
(3) Όταν η είσπραξη της απαίτησης θέτει κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα, συνεπάγεταιχαρακτηρίζεται από πολύ μεγάλο ποσό εξόδων ή έχει σχέση με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, είναι δυνατόν να συμφωνηθούν εί από την αιτούσα και τη λαμβάνουσα την αίτηση αρχή ειδικοί ός διακανονισμοί ός απόδοσης εξόδων.
(4) Το άλλο κράτος μέλος όπου βρίσκεται η αιτούσα αρχή παραμένει υπεύθυνο έναντι του κράτους μέλους που βρίσκεται η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή για όλα τα έξοδα και τις ζημιές που υπέστη κε κατόπιν αγωγώνενεργειών που κρίθηκαν αβάσιμες, είτε ως προς την ύπαρξη της απαίτησης είτε ως προς το κύρος του τίτλου που εκδόθηκε από την αιτούσα αρχήκαι επιτρέπει την είσπραξη της απαίτησης.
(5) Ο Υπουργός με απόφαση του ορίζει τουλάχιστον ένα λειτουργό δεόντως εξουσιοδοτημένο να διακανονίζει την απόδοση εξόδων που αναφέρεται στο εδάφιο (3).
(6) Η Δημοκρατία κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή τους υπαλλήλους που έχουν εξουσιοδοτηθεί για διακανονισμούς σύμφωνα με το εδάφιο (5).