20. Οι εξουσιοδοτημένοι από την αρμόδια αρχή λειτουργοί έχουν εξουσία, είτε αυτεπάγγελτα είτε μετά από υποβολή παραπόνου από οποιοδήποτε πρόσωπο είτε μετά από αναφορά οποιασδήποτε Υπηρεσίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους να:
(α) Διενεργούν επισκέψεις κατά οποιαδήποτε εύλογη ώρα για να ελέγχουν και να επιθεωρούν εμπορικά, βιομηχανικά και αποθηκευτικά υποστατικά που περιέχουν κτηνιατρικό εξοπλισμό ή οποιαδήποτε άλλα υποστατικά τα οποία δύνανται να έχουν σχέση με κτηνιατρικό εξοπλισμό, όπως για παράδειγμα κτηνιατρικές κλινικές,
(β) διεξάγουν δειγματολογικούς ελέγχους σε κτηνιατρικό εξοπλισμό,
(γ) λαμβάνουν δείγματα κτηνιατρικού εξοπλισμού ή να προβαίνουν σε δοκιμαστικές αγορές κτηνιατρκού εξοπλισμού ή να κατάσχουν και να κατακρατούν κτηνιατρικό εξοπλισμό με σκοπό να τον υποβάλλουν σε εξέταση και δοκιμή, αφού πρώτα πληροφορήσουν το πρόσωπο από το οποίο έχει κατασχεθεί,
(δ) διεξάγουν έλεγχο και επιθεώρηση και να παίρνουν οποιαδήποτε αντίγραφα ή αποσπάσματα πληροφοριών, βιβλίων, μητρώων ή οποιωνδήποτε άλλων σχετικών εγγράφων που βρίσκουν κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής του ελέγχου και τα οποία εύλογα θεωρούν αναγκαία για την εξακρίβωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών ή για τα οποία έχουν εύλογη αιτία να πιστεύουν ότι θα τα χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε ποινική διαδικασία για αδίκημα αναφορικά με παράβαση του άρθρου 31 του παρόντος Νόμου,
(ε) απαιτούν από το κατάλληλο πρόσωπο τις πληροφορίες δυνάμει του άρθρου 17 του παρόντος Νόμου,
(στ) διεξάγουν έλεγχο σε εγκαταστάσεις και/ή υποστατικά κατασκευής κτηνιατρικού εξοπλισμού, κατά το στάδιο της κατασκευής του, νοουμένου ότι η κατασκευή γίνεται στη Δημοκρατία και ότι έχει διαπιστωθεί η μη συμμόρφωση του κτηνιατρικού εξοπλισμού προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, με σκοπό να διασαφηνειστεί κατά πόσο η μη συμμόρφωση οφείλεται σε συστηματική και επαναλαμβανόμενη αποτυχία της κατασκευής κτηνιατρικού εξοπλισμού.