Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -

«αποστολή αγαθών» σημαίνει την έξοδο εμπορευμάτων από τη Δημοκρατία με προορισμό άλλο κράτος μέλος·

«αρμόδια αρχή» σημαίνει την αρχή που ορίζεται δυνάμει του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου·

«άφιξη αγαθών» σημαίνει την είσοδο στη Δημοκρατία εμπορευμάτων από άλλο κράτος μέλος·

«βασικός κανονισμός» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3330/91 του Συμβουλίου της 7ης Νοεμβρίου 1991 για τις στατιστικές των συναλλαγών αγαθών μεταξύ κρατών μελών (EE L 316 της 16.11.1991, σ. 1), όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται (EE L 187 της 26.7.2000, σ. 1)·

«δήλωση Intrastat» σημαίνει τη δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 13 του βασικού κανονισμού, την οποία πρόσωπο εγγεγραμμένο στο Μητρώο ενδοκοινοτικών φορέων υποχρεούται να υποβάλει στον Έφορο δυνάμει του άρθρου 7(1) και (2)·

«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή της Στατιστικής Υπηρεσίας·

«έγγραφο» σημαίνει οποιοδήποτε έγγραφο ή άλλο γραπτό ή τυπωμένο υλικό σε οποιαδήποτε μορφή, καθώς επίσης και οποιαδήποτε πληροφορία, περιλαμβανομένης στατιστικής πληροφορίας, που φυλάττεται, διατηρείται ή συντηρείται με μηχανικά ή ηλεκτρονικά μέσα, ανεξάρτητα αν φυλάττεται, διατηρείται ή συντηρείται σε ευανάγνωστη μορφή ή μη·

«εμπορεύματα» σημαίνει όλα τα κινητά πράγματα, που αναφέρονται στο άρθρο 2(γ) του βασικού κανονισμού συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρικού ρεύματος·

«ενδοκοινοτική συναλλαγή αγαθών» σημαίνει κάθε διακίνηση εμπορευμάτων από ένα κράτος μέλος σε άλλο σύμφωνα με το άρθρο 2(α) του βασικού κανονισμού·

«ενδοκοινοτικός φορέας» σημαίνει το πρόσωπο που καθορίζεται στο άρθρο 20(5) του βασικού κανονισμού ή στο άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1901/2000·

«εξουσιοδοτημένο πρόσωπο», τηρουμένων των διατάξεων του του άρθρου 13(1), σημαίνει το πρόσωπο που διορίζεται ή εξουσιοδοτείται από το Διευθυντή με βάση τον περί Στατιστικής Νόμο του 2000 να ασκεί τις εξουσίες όπως αναφέρονται στον παρόντα Νόμο·

«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

«Έφορος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 4(1) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι (Αρ.2) του 2003·

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1901/2000» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1901/2000 της Επιτροπής της 7ης Σεπτεμβρίου 2000 για καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3330/91 του Συμβουλίου για τις στατιστικές των συναλλαγών αγαθών μεταξύ κρατών μελών (EE L 228 της 8.4.2000, σ. 28), όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται (EE L 278 της 16.10.2002, σ. 9)·

«κοινοτικοί κανονισμοί» σημαίνει το βασικό κανονισμό, τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1901/2000 και τον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3590/92 της Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 1992 περί των μέσων διαβίβασης των στατιστικών πληροφοριών για τις στατιστικές του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται (EE L 364 της 12.12.1992, σ. 32)·

«κράτος μέλος» σημαίνει το στατιστικό έδαφος ενός κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 2 του βασικού κανονισμού·

«Μητρώο ενδοκοινοτικών φορέων» σημαίνει το Μητρώο που τηρείται από τον Έφορο δυνάμει του άρθρου 10 του βασικού κανονισμού και του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου·

«περίοδος αναφοράς» σημαίνει την περίοδο που προσδιορίζεται στο άρθρο 20(7) του βασικού κανονισμού·

«στατιστικά κατώφλια» σημαίνει τα εκφραζόμενα σε αξία όρια των αφίξεων αγαθών ή των αποστολών αγαθών, στο επίπεδο των οποίων οι υποχρεώσεις των εκάστοτε υπόχρεων παροχής πληροφοριών είτε αναστέλλονται είτε ελαφρύνονται.

«στατιστικό έδαφος ενός κράτους μέλους» σημαίνει το έδαφος που ορίζεται από το εν λόγω κράτος μέλος μέσα στο στατιστικό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ.1736/75 του Συμβουλίου της 24 Ιουνίου 1975 περί των στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου της Κοινότητος και του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών αυτής (EE L 183 της 14.7.1975, σ. 3)·

«σύστημα Intrastat» σημαίνει το μόνιμο σύστημα συλλογής στατιστικών στοιχείων για την κατάρτιση των στατιστικών των ενδοκοινοτικών συναλλαγών αγαθών·

«υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 6 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι (Αρ.2) του 2003·

«Υπουργείο» σημαίνει το Υπουργείο Οικονομικών.

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών.

«Φ.Π.Α.» σημαίνει το φόρο προστιθέμενης αξίας που επιβάλλεται σύμφωνα με τους περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμους του 2000 μέχρι (Αρ. 2) του 2003.

(2) Οποιοιδήποτε άλλοι όροι που περιέχονται στον παρόντα Νόμο και δεν ερμηνεύονται διαφορετικά, έχουν την έννοια που τους αποδίδεται από τους περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμους του 2000 μέχρι (Αρ.2) του 2003 ή από τους κοινοτικούς κανονισμούς.