9.(1) Αίτηση για εξασφάλιση έγκρισης της ιδιότητας κοινοποιημένου οργανισμού ή για τροποποίηση τέτοιας έγκρισης υποβάλλεται από οργανισμό ελέγχου προς την αρμόδια αρχή, συνοδευόμενη από πλήρη στοιχεία με τα οποία υποστηρίζεται ότι πληρούνται τα κριτήρια που καθορίζονται με Διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου (στ) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου.
(2) Η αρμόδια αρχή παραχωρεί έγκριση της ιδιότητας κοινοποιημένου οργανισμού, αφού ικανοποιηθεί από την εξέταση της αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται δυνάμει του ιδίου εδαφίου, έχει δε εξουσία να καθορίζει το πεδίο και εύρος εφαρμογής της έγκρισης, περιλαμβανομένου του προσδιορισμού των εργασιών τις οποίες ο οργανισμός δικαιούται να εκτελεί.
(3). (α) Η αρμόδια αρχή μπορεί να ανακαλέσει την έγκριση που παραχωρείται δυνάμει του εδαφίου (2) εάν διαπιστώσει ότι κοινοποιημένος οργανισμός που έχει εγκριθεί δυνάμει του ίδιου εδαφίου -
(ι) δεν πληροί ή έπαυσε να πληροί τα κριτήρια με βάση τα οποία έχει εγκριθεί,
(ιι) αναπτύσσει δραστηριότητες οι οποίες μπορεί να επηρεάζουν την ανεξαρτησία, την αμεροληψία ή την ακεραιότητα της κρίσης του αναφορικά με δραστηριότητες ελέγχου που έχει εγκριθεί να ασκεί,
(ιιι) παραβιάζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που αποκτώνται κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων ελέγχου που έχει εγκριθεί να ασκεί,
(β) Οργανισμός ελέγχου που αναφέρεται στην παράγραφο (α) παύει να θεωρείται κοινοποιημένος οργανισμός από την ημερομηνία κατά την οποία η αρμόδια αρχή ανακαλεί την σχετική έγκριση.
(γ) Σε περίπτωση ανάκλησης της έγκρισης δυνάμει της παραγράφου (α) η αρμόδια αρχή ανακαλεί τη γνωστοποίηση που καθορίζεται στο άρθρο 10 προς την Επιτροπή και παράλληλα ενημερώνει τα κράτη μέλη για την ανάκληση της κοινοποίησης του οργανισμού αυτού.