6.-(1) Με την επέλευση γεγονότος αθέτησης υποχρέωσης, ο ασφαλειοδόχος πρέπει να είναι σε θέση να ρευστοποιήσει με τους ακόλουθους τρόπους τα χρηματοπιστωτικά μέσα ή τα μετρητά, που παρέχονται δυνάμει συμφωνίας εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής εξασφάλισης και σύμφωνα με τους όρους της -
(α) Τα χρηματοπιστωτικά μέσα, με πώληση ή κτήση κυριότητας, συμψηφίζοντάς τα ή χρησιμοποιώντας τα για την απαλλαγή από τις σχετικές χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις∙
(β) τα μετρητά, συμψηφίζοντάς τα ή χρησιμοποιώντας τα για την απαλλαγή από τις σχετικές χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις∙
(γ) τις δανειακές απαιτήσεις με πώληση ή απόκτησή τους και στη συνέχεια με συμψηφισμό της αξίας τους ή με εφαρμογή της αξίας τους, προς εξόφληση των σχετικών οικονομικών υποχρεώσεων.
(2) Η κτήση κυριότητας, που προνοείται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1), είναι δυνατή μόνον εφόσον -
(α) Αυτό έχει συμφωνηθεί από τους συμβαλλόμενους στη συμφωνία εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής εξασφάλισης∙ και
(β) οι συμβαλλόμενοι έχουν συμφωνήσει στη συμφωνία εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής εξασφάλισης σχετικά με τον τρόπο αποτίμησης των χρηματοπιστωτικών μέσων και των δανειακών απαιτήσεων.
(3) Με την επιφύλαξη των όρων που έχουν συμφωνηθεί στη συμφωνία εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής εξασφάλισης, οι τρόποι ρευστοποίησης της χρηματοοικονομικής εξασφάλισης που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δεν συνοδεύονται από οποιαδήποτε απαίτηση -
(α) Να κοινοποιείται εκ των προτέρων η πρόθεση ρευστοποίησης∙
(β) οι όροι της ρευστοποίησης να έχουν εγκριθεί από δικαστήριο, δημόσιο λειτουργό ή άλλο πρόσωπο∙
(γ) η ρευστοποίηση να διεξαχθεί με δημόσιο πλειστηριασμό ή οποιοδήποτε άλλο τρόπο έχει υποδειχθεί∙ ή
(δ) να έχει παρέλθει οποιαδήποτε συμπληρωματική χρονική περίοδος.
(4) Η εκτέλεση της συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής εξασφάλισης σύμφωνα με τους σχετικούς όρους είναι δυνατή, παρά την τυχόν έναρξη ή συνέχιση των διαδικασιών εκκαθάρισης ή των μέτρων εξυγίανσης σε σχέση με τον ασφαλειοπάροχο ή τον ασφαλειοδόχο: