32.-(1) Ο Υπουργός δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο για οποιαδήποτε παράβαση του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, μέχρι και διακόσιες πενήντα χιλιάδες λίρες. Σε περίπτωση δεύτερης ή μεταγενέστερης παράβασης, ο Υπουργός έχει εξουσία να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο μέχρι και πεντακόσιες χιλιάδες λίρες.
(2) Το διοικητικό πρόστιμο επιβάλλεται στον αδειούχο με αιτιολογημένη γραπτή απόφαση του Υπουργού, η οποία βεβαιώνει την παράβαση, αφού ακούσει τους ενδιαφερόμενους ή δώσει την ευκαιρία σε αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους.
(3) Η απόφαση επιβολής διοικητικού προστίμου, μπορεί να προσβληθεί με προσφυγή ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου. Η προσφυγή ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριάντα ημερών από την επίδοση της κοινοποίησης επιβολής διοικητικού προστίμου.
(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο εξετάζει την προσφυγή και, αφού ακούσει τους ενδιαφερόμενους ή δώσει την ευκαιρία σ’ αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους, λαμβάνει την απόφαση του σύμφωνα με το εδάφιο (5).
(5) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις:
(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση·
(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.
(6) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής των κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενων από τον Υπουργό χρηματικών κυρώσεων, ο Υπουργός λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.