13. (1) Όταν η περιβαλλοντική αρχή παραλάβει τη Μελέτη Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον, σύμφωνα με τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος Νόμου, αποστέλλει αντίγραφό της στην Επιτροπή εντός τριάντα ημερών από την παραλαβή της.
(2) (α) Η Επιτροπή εξετάζει χωρίς καθυστέρηση κατά πόσο οι πληροφορίες που περιέχονται στη Μελέτη είναι επαρκείς και, αν κρίνει ότι δεν είναι επαρκείς, μπορεί, μέσω του προέδρου της, να ζητήσει από το πρόσωπο ή την κρατική υπηρεσία που υπέβαλε τη Μελέτη όπως δώσει, μέσα σε εύλογη προθεσμία που ορίζει η Επιτροπή, οποιεσδήποτε πρόσθετες πληροφορίες αναφορικά με το έργο που θα εκτελεστεί ή τις επιπτώσεις που αυτό ενδέχεται να επιφέρει στο περιβάλλον.
(β) Σε περίπτωση που οι πληροφορίες αυτές δε δοθούν στην Επιτροπή μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, η Επιτροπή μπορεί να αρνηθεί να προβεί σε αξιολόγηση της Μελέτης:
Νοείται ότι, αν το έργο αποτελεί εγκατάσταση, η περιβαλλοντική αρχή μπορεί, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, να ζητήσει επιπρόσθετα τη διενέργεια μελέτης εκτίμησης της επικινδυνότητας.
(3) Όταν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι πληροφορίες που βρίσκονται ενώπιόν της αναφορικά με το έργο είναι επαρκείς, προχωρεί, το συντομότερο δυνατό, σε αξιολόγηση της Μελέτης, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις ή παραστάσεις οποιωνδήποτε προσώπων, επιτροπών, οργανώσεων, αρχών ή άλλων κρατών οι οποίες έχουν υποβληθεί σ’ αυτήν ή στην περιβαλλοντική αρχή σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και προβαίνει σε αιτιολογημένη εισήγηση προς την περιβαλλοντική αρχή στην οποία αναφέρονται οι απόψεις των μελών της αναφορικά με την αξιολόγηση και τις επιπτώσεις που η εκτέλεση ή η λειτουργία του έργου ενδέχεται να επιφέρουν στο περιβάλλον.
(4) Η περιβαλλοντική αρχή, αφού λάβει υπόψη την εισήγηση της Επιτροπής, ετοιμάζει σχετική γνωμάτευση πλήρως αιτιολογημένη, την οποία διαβιβάζει στην πολεοδομική αρχή που είναι αρμόδια για τη χορήγηση της πολεοδομικής άδειας για εκτέλεση του έργου ή, αν πρόκειται για δημόσιο έργο, στην κρατική υπηρεσία η οποία θα εκτελέσει το έργο.
(5) Με την πιο πάνω γνωμάτευσή της η περιβαλλοντική αρχή μπορεί να εισηγηθεί-
(α) το έργο να μην εκτελεστεί, λόγω των σημαντικών επιπτώσεων που η εκτέλεση ή η λειτουργία του επιφέρουν στο περιβάλλον οι οποίες είναι αδύνατο να μειωθούν ή εξαλειφθούν με την επιβολή όρων στην πολεοδομική άδεια ή με τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων, ή
(β) η πολεοδομική αρχή η οποία θα χορηγήσει πολεοδομική άδεια για εκτέλεση του έργου (εφόσον πρόκειται για έργο που υπόκειται σε πολεοδομική άδεια) επιβάλει στο πρόσωπο ή στον οργανισμό που θα εκτελέσει το έργο συγκεκριμένο όρο ή όρους η τήρηση των οποίων θα διασφαλίσει την εξάλειψη ή μείωση των επιπτώσεων που η εκτέλεση ή η λειτουργία του έργου θα επιφέρει στο περιβάλλον. ή
(γ) η κρατική υπηρεσία η οποία θα εκτελέσει το έργο (εφόσον πρόκειται για δημόσιο έργο) εφαρμόσει συγκεκριμένα μέτρα που να καθορίζονται στη γνωμάτευση, με τα οποία θα μειωθούν ή εξαλειφθούν οι επιπτώσεις που η εκτέλεση ή η λειτουργία του έργου θα επιφέρει στο περιβάλλον:
Νοείται ότι η περιβαλλοντική αρχή μπορεί να καθορίσει στη γνωμάτευσή της κατά πόσο θεωρεί ουσιώδη οποιοδήποτε όρο ή μέτρο που εισηγείται με βάση τις παραγράφους (β) και (γ) ανωτέρω.
(6) Αν οι αρχές οποιουδήποτε άλλου κράτους έλαβαν μέρος στη διαδικασία εξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 24, η περιβαλλοντική αρχή μεριμνά ώστε να αποσταλεί στις αρχές αυτές η γνωμάτευση που αναφέρεται πιο πάνω.
(7) Η περιβαλλοντική αρχή μεριμνά ώστε η γνωμάτευσή της να καταχωρισθεί στο αρχείο που προβλέπεται στο άρθρο 23 και σχετική γνωστοποίηση να δημοσιευθεί σε δύο τουλάχιστο καθημερινές εφημερίδες που κυκλοφορούν στην Κυπριακή Δημοκρατία.