20.- (1) Τηρουμένων των επομένων διατάξεων του παρόντος άρθρου, τα βασικά κριτήρια επιλογής των υποτρόφων είναι η κοινωνικοοικονομική κατάσταση των υποψηφίων ή της οικογένειάς τους και η ακαδημαϊκή τους επίδοση.
Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος Νόμου δύνανται να καθορίζουν τα κριτήρια της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και επιπρόσθετα κριτήρια είτε γενικά για όλες τις υποτροφίες είτε ειδικά για ορισμένες κατηγορίες υποτροφιών, καθώς και τη βαρύτητα τόσο των βασικών όσο και των επιπρόσθετων κριτηρίων:
(2) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος Νόμου δύνανται να καθορίζουν πρόσθετα εξειδικευμένα κριτήρια αξιολόγησης και επιλογής υποψηφίων που προορίζονται μόνο για Υπαλλήλους:
(3) Τα βασικά ή πρόσθετα κριτήρια που προβλέπονται στο εδάφιο (1) και η δυνάμει Κανονισμών αποδιδόμενη σ΄ αυτά βαρύτητα μπορούν να διαφοροποιούνται ανάλογα στις περιπτώσεις υποτροφιών, όπου η Παραχωρούσα Αρχή απαιτεί ως όρο της προσφοράς της, να ικανοποιούνται πρόσθετα ή μερικά από τα κριτήρια που αναφέρονται σ’ αυτό ή να αποδίδεται σε ορισμένα κριτήρια ιδιαίτερη βαρύτητα.
(4) Η Επιτροπή Επιλογής υποχρεούται, αν αυτό απαιτείται στη σχετική προκήρυξη σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), να καλέσει τους υποψήφιους σε γραπτή εξέταση ή/και προφορική εξέταση.
(5) Οι αποφάσεις της Επιτροπής Επιλογής υποβάλλονται στο Διοικητικό Συμβούλιο για επικύρωση. Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν δύναται να αρνηθεί την επικύρωση για λόγους που αφορούν στην ορθότητα των αποτελεσμάτων ενδεχόμενων γραπτών ή/και προφορικών εξετάσεων. Σε περίπτωση μη επικύρωσης, το Συμβούλιο αναπέμπει το θέμα στην Επιτροπή Επιλογής για επανεξέταση. Η Επιτροπή Επιλογής επανεξετάζει το θέμα και το επανυποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο για λήψη τελικής απόφασης:
(6) Ενστάσεις σχετικά με αποφάσεις Επιτροπής Επιλογής υποτρόφων εξετάζονται από την Επιτροπή Ενστάσεων που προβλέπεται στην παράγραφο (θ) του εδαφίου (2) του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου.