23.-(1) Πρόσωπο είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες (ΛΚ 10.000) ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή και στις δύο αυτές ποινές, αν -
(α) σκόπιμα καθυστερεί ή παρεμποδίζει επιθεωρητή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή την άσκηση των εξουσιών του, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(β) παρεμποδίζει ή αποπειράται να παρεμποδίσει οποιοδήποτε αστυνομικό ή προσοντούχο πρόσωπο ή άλλο πρόσωπο εισήλθε στα υποστατικά μαζί με επιθεωρητή, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (β) ή (γ) του άρθρου 15, το οποίο παρέχει βοήθεια στον επιθεωρητή·
(γ) παραλείπει να συμμορφωθεί προς οδηγία που δίδεται σε αυτό από επιθεωρητή, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (στ) του άρθρου 15·
(δ) παραλείπει να παρουσιάσει, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, οποιοδήποτε βιβλίο ή έγγραφο ή στοιχείο, σε έγγραφη ή ηλεκτρονική μορφή, απαιτείται να παρουσιάσει, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ζ) του άρθρου 15, εκτός αν αποδείξει ότι-
(i) δε γνώριζε ότι την παρουσίαση την απαιτούσε επιθεωρητής,
(ii) δεν είχε πρόσβαση στο βιβλίο, στο έγγραφο ή στο στοιχείο, ή
(iii) δεν είχε εξουσία να πάρει το βιβλίο, το έγγραφο ή το στοιχείο·
(ε) ενώ είναι πρόσωπο που εμπίπτει στις διατάξεις των υποπαραγράφων (i) μέχρι και (iv) της παραγράφου (η) του άρθρου 15, παραλείπει να δώσει, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, πληροφορίες που του ζητούνται από επιθεωρητή, σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω παραγράφου, ή δίνει πληροφορίες που είναι αναληθείς ή λανθασμένες ή ατελείς·
(στ) ενώ είναι ένα από τα πρόσωπα ή εμπίπτει στις κατηγορίες των προσώπων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και/ή (ii) της παραγράφου (η) του άρθρου 15, παραλείπει, κατόπιν νόμιμης απαίτησης επιθεωρητή, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα να -
(i) παράσχει σε επιθεωρητή ή σε οποιοδήποτε προσοντούχο πρόσωπο εισήλθε στο υποστατικό μαζί του ασφαλή πρόσβαση σε οποιοδήποτε μέρος των υποστατικών ή
(ii) θέσει στη διάθεση επιθεωρητή ή οποιουδήποτε προσοντούχου προσώπου εισήλθε στο υποστατικό μαζί του οποιαδήποτε μέσα για τη διεξαγωγή δοκιμών, μετρήσεων, επιθεωρήσεων ή εξετάσεων, νοουμένου ότι σε κάθε περίπτωση έχει την εξουσία να το πράξει και ότι τα μέσα που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ii) της παρούσας παραγράφου είναι ευλόγως διαθέσιμα·
(ζ) πλαστογραφεί οποιοδήποτε πιστοποιητικό απαιτείται δυνάμει ή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
(η) δίνει ή υπογράφει τέτοιο πιστοποιητικό, εν γνώσει του ότι είναι αναληθές, σε σχέση με οποιοδήποτε ουσιώδες στοιχείο·
(θ) εν γνώσει του παρουσιάζει ή χρησιμοποιεί πιστοποιητικό που έχει πλαστογραφηθεί ή είναι ψευδές σε σχέση με οποιοδήποτε ουσιώδες στοιχείο·
(ι) παρουσιάζει ή χρησιμοποιεί ως αφορώντα οποιοδήποτε πρόσωπο πιστοποιητικά τα οποία εν γνώσει του δεν αφορούν το εν λόγω πρόσωπο·
(ια) παριστάνει πρόσωπο που κατονομάζεται σε πιστοποιητικό που αναφέρεται στην παράγραφο (ι)·
(ιβ) προσποιείται ψευδώς ότι είναι επιθεωρητής·
(ιγ) εσκεμμένα συγκατατίθεται στην πιο πάνω πλαστογράφηση, υπογραφή, χρήση, πλαστοπροσωπία ή προσποίηση·
(ιδ) εσκεμμένα προβαίνει σε ψευδή καταχώριση σε κατάλογο, βιβλίο, ειδοποίηση, πιστοποιητικό ή έγγραφο ή ηλεκτρονικό αρχείο που απαιτείται δυνάμει ή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
(ιε) εσκεμμένα προβαίνει σε ψευδή δήλωση ή υπογράφει ψευδή δήλωση που απαιτείται με βάση ή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
(ιστ) εν γνώσει του κάνει χρήση τέτοιας ψευδούς καταχώρισης ή δήλωσης, όπως αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ιε).
(2) Κάθε πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 10 και του εδαφίου (1) του άρθρου 11 και κάθε παραγωγός ή διανομέας ο οποίος διαθέτει στην αγορά προϊόντα που δε φέρουν αναγραμμένες τις πληροφορίες που απαιτούνται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 6 είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται στις ποινές που αναφέρονται στο εδάφιο (1).
(3) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ειδοποίηση αναστολής ή απόσυρσης είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται στις ποινές που αναφέρονται στο εδάφιο (1).