18.(1) Πρόσωπο το οποίο σε οποιονδήποτε χώρο ενοχλεί ή εκφοβίζει άλλο πρόσωπο ή συγγενή αυτού, λόγω του γεγονότος ότι το εν λόγω πρόσωπο υπέβαλε ή προτίθεται να υποβάλει ισχυρισμό ή παράπονο δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή παρέσχε ή προτίθεται να παράσχει για τους σκοπούς αυτού οποιαδήποτε πληροφορία, έγγραφο ή στοιχείο ή έδωσε ή προτίθεται να δώσει κατάθεση, κατά τρόπο που η εν λόγω ενόχληση ή εκφοβισμός επηρεάζει ή δύναται να επηρεάσει τη διερεύνηση, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδή κατάθεση σε ανακριτή της Αρχής ή σε πρόσωπο το οποίο διορίζεται από αυτήν αναφορικά ή σε συνάφεια με κατά φαντασία ποινικό ή πειθαρχικό αδίκημα, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000), ή και στις δύο αυτές ποινές.