48. (1) Ο Έφορος έχει εξουσία να συλλέγει πληροφορίες απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του και να απευθύνει σχετικό γραπτό αίτημα σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που τελεί υπό τον έλεγχο και την εποπτεία του καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ευλόγως εικάζεται ότι είναι σε θέση να δώσει τις πληροφορίες.
(2) Στο γραπτό αίτημα του Εφόρου καθορίζονται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου στις οποίες θεμελιώνεται το αίτημα, η αιτιολογία του αιτήματος, η τασσόμενη προς παροχή των πληροφοριών εύλογη προθεσμία και οι ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμορφώσης προς την ως άνω υποχρέωση της παροχής των πληροφοριών.
(3) Το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα του Εφόρου έχει υποχρέωση προς πλήρη και επακριβή παροχή των νομίμως αιτούμενων πληροφοριών.
(4) Σε περίπτωση παράλειψης παροχής των πληροφοριών μέσα στην καθορισμένη στο εδάφιο (2) προθεσμία ή σε περίπτωση εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παροχής ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών, ο Έφορος έχει εξουσία, αφού προηγουμένως καλέσει τον υπαίτιο σε απολογία, να επιβάλει εις αυτόν, με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του, τις προβλεπόμενες στο άρθρο 50, διοικητικές κυρώσεις.
(5) Οι πληροφορίες που παρέχονται στον Έφορο, κατά την άσκηση της εξουσίας που του παρέχει το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, είναι εμπιστευτικής φύσεως και δύνανται να χρησιμοποιηθούν μόνο για το σκοπό για τον οποίο ζητήθηκαν.
(6) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, η υποχρέωση προς παροχή πληροφοριών περιλαμβάνει και την υποχρέωση προς προσκόμιση και κατάθεση κάθε είδους γραπτών στοιχείων και τη διάθεση πληροφοριών εναποθηκευμένων σε ηλεκτρονική μορφή.