40.-(1) ΚΕΠΕΥ δύναται να ορίζει συνδεδεμένους αντιπροσώπους για την προώθηση των υπηρεσιών της, για την προσέλκυση πελατών ή πιθανών πελατών ή τη λήψη εντολών από πελάτες και τη διαβίβαση τους, για τη διάθεση χρηματοοικονομικών μέσων και για την παροχή συμβουλών σχετικά με τα χρηματοοικονομικά μέσα και τις υπηρεσίες που προσφέρει η ΚΕΠΕΥ.
(2) ΚΕΠΕΥ ορίζει ως συνδεδεμένους αντιπροσώπους μόνο πρόσωπα που είναι εγγεγραμμένα στο δημόσιο μητρώο του εδαφίου (6) ή στα αντίστοιχα δημόσια μητρώα άλλων κρατών μελών τα οποία έχουν συσταθεί δυνάμει των οικείων νομοθεσιών τους που θεσπίζονται προς συμμόρφωση με την Οδηγία 2004/39/ΕΚ.
(3) ΚΕΠΕΥ που αποφασίζει να ορίσει συνδεδεμένο αντιπρόσωπο εξακολουθεί να ευθύνεται πλήρως και άνευ όρων για κάθε πράξη ή παράλειψη του συνδεδεμένου αντιπροσώπου, όταν αυτός ενεργεί για λογαριασμό της.
(4) Η ΚΕΠΕΥ υποχρεούται να βεβαιώνεται ότι ο συνδεδεμένος της αντιπρόσωπος γνωστοποιεί την ιδιότητα υπό την οποία ενεργεί και το όνομα της ΚΕΠΕΥ που αντιπροσωπεύει όποτε έρχεται σε επαφή με πελάτη ή πιθανό πελάτη ή προτού του παράσχει υπηρεσίες.
(5) Η ΚΕΠΕΥ οφείλει να ελέγχει τις δραστηριότητες των συνδεδεμένων της αντιπροσώπων, ώστε να εξασφαλίζει ότι η ίδια συμμορφώνεται πάντα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών, ακόμα και όταν ενεργεί μέσω συνδεδεμένων αντιπροσώπων.
(6) Η Επιτροπή συστήνει και διατηρεί ελεύθερα προσβάσιμο από το κοινό δημόσιο μητρώο, στο οποίο εγγράφονται οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι που πληρούν τις προϋποθέσεις του εδαφίου (7) και είναι:
(α) Εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία και ενεργούν για λογαριασμό ΚΕΠΕΥ ή πιστωτικού ιδρύματος που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στη Δημοκρατία∙
(β) εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία και ενεργούν για λογαριασμό ΕΠΕΥ ή πιστωτικού ιδρύματος που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος∙
(γ) εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος και ενεργούν για λογαριασμό ΚΕΠΕΥ ή πιστωτικού ιδρύματος, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στη Δημοκρατία, αλλά το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένοι οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι δεν επιτρέπει το διορισμό συνδεδεμένων αντιπροσώπων∙
Η Επιτροπή ενημερώνει το εν λόγω μητρώο τακτικά.
(7) Η Επιτροπή διαπιστώνει κατά πόσο τα πρόσωπα του εδαφίου (6), τα οποία προτίθενται να ενεργούν για λογαριασμό ΚΕΠΕΥ ή ΕΠΕΥ άλλου κράτους μέλους, πληρούν τις πιο κάτω προϋποθέσεις:
(α) Έχουν καλή φήμη∙
(β) διαθέτουν κατάλληλες γενικές, εμπορικές και επαγγελματικές γνώσεις που τους επιτρέπουν να ανακοινώνουν με ακρίβεια στον πελάτη ή τον πιθανό πελάτη κάθε χρήσιμη πληροφορία για την προτεινόμενη υπηρεσία ή το προτεινόμενο χρηματοοικονομικό μέσο και, σε περίπτωση όπου πρόσωπο είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία, κατά πόσο αυτό είναι εγγεγραμμένο στο δημόσιο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 53.
Σε περίπτωση νομικού προσώπου, αυτό οφείλει να απασχολεί τουλάχιστον ένα φυσικό πρόσωπο που να πληροί τις ανωτέρω προϋποθέσεις.
(8) Ανεξάρτητα από την παράγραφο (β) του εδαφίου (7), πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία και προτίθεται να ενεργεί για λογαριασμό ΚΕΠΕΥ ή ΕΠΕΥ άλλου κράτους μέλους, το οποίο δεν είναι εγγεγραμμένο στο δημόσιο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 53, δύναται να εγγραφεί στο δημόσιο μητρώο του εδαφίου (6), νοουμένου ότι η Επιτροπή το επιτρέψει και το εν λόγω πρόσωπο εγγραφεί στο δημόσιο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 53 εντός προθεσμίας που θα του τάξει η Επιτροπή.
(9) Η Επιτροπή δύναται με οδηγίες της να καθορίζει τη διαδικασία εγγραφής στο δημόσιο μητρώο που προβλέπεται στο εδάφιο (6), τις πληροφορίες, τα στοιχεία και τα έντυπα που θα υποβάλλονται για σκοπούς εξέτασης των προϋποθέσεων του εδαφίου (7), καθώς και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια σχετική με το παρόν άρθρο.
(10) Ο συνδεδεμένος αντιπρόσωπος της ΚΕΠΕΥ, ο οποίος είναι εγγεγραμμένος στο δημόσιο μητρώο που προβλέπεται στο εδάφιο (6), δεν επιτρέπεται να κατέχει κεφάλαια ή/και χρηματοοικονομικά μέσα πελατών.
(11) Η ΚΕΠΕΥ που ορίζει συνδεδεμένους αντιπροσώπους οφείλει να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να αποφεύγεται κάθε ενδεχόμενο δυσμενών επιπτώσεων των μη υποκείμενων στον παρόντα Νόμο δραστηριοτήτων του συνδεδεμένου αντιπροσώπου στις δραστηριότητες που αυτός ασκεί για λογαριασμό της ΚΕΠΕΥ.
(12) Συνδεδεμένος αντιπρόσωπος ο οποίος είναι εγγεγραμμένος στο δημόσιο μητρώο που προβλέπεται στο εδάφιο (6) οφείλει να γνωστοποιεί άμεσα στην Επιτροπή κάθε μεταβολή ως προς τα στοιχεία του που είναι καταχωρημένα στο εν λόγω δημόσιο μητρώο.
(13) Η ΚΕΠΕΥ, κάθε φορά που ορίζει ή παύει συνδεδεμένο αντιπρόσωπο, είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει άμεσα την Επιτροπή, καθώς και όταν λαμβάνει γνώση για μεταβολές στα στοιχεία του συνδεδεμένου της αντιπροσώπου που είναι καταχωρημένα στο δημόσιο μητρώο που προβλέπεται στο εδάφιο (6).
(14) Η Κεντρική Τράπεζα και η ΥΕΑΣΕ γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα στοιχεία των συνδεδεμένων αντιπροσώπων των τραπεζών και των συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από αυτές, οι οποίοι αντιπρόσωποι πληρούν τις προϋποθέσεις του εδαφίου (7), με σκοπό την εγγραφή τους στο δημόσιο μητρώο που προβλέπεται στο εδάφιο (6), καθώς και οποιεσδήποτε πληροφορίες λαμβάνουν, οι οποίες αναφέρονται στα εδάφια (12) και (13).
(15) Η ΚΕΠΕΥ γνωστοποιεί στην Επιτροπή μέχρι την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους πίνακα με τα στοιχεία των συνδεδεμένων της αντιπροσώπων.
(16) Η Επιτροπή εποπτεύει την τήρηση από τους συνδεδεμένους αντιπροσώπους των ΚΕΠΕΥ των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών.
Οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι της ΚΕΠΕΥ υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής τα βιβλία και αρχεία τους, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο ή πληροφορία που ζητείται από την Επιτροπή.