130.-(1) Η Επιτροπή συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών χρησιμοποιώντας τις εξουσίες της ως αυτές καθορίζονται στον παρόντα Νόμο και στον περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμο, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων της που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και των καθηκόντων των αρμοδίων αρχών των άλλων κρατών μελών που προβλέπονται στους οικείους νόμους που θεσπίζονται προς συμμόρφωση με την Οδηγία 2004/39/ΕΚ.
Η Επιτροπή επικουρεί τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, ιδίως με την ανταλλαγή πληροφοριών και την συνεργασία σε δραστηριότητες έρευνας, ελέγχου ή εποπτείας.
Για τη διευκόλυνση και την επιτάχυνση της συνεργασίας και ιδίως της ανταλλαγής πληροφοριών, η Επιτροπή ορίζεται ως το σημείο επικοινωνίας στη Δημοκρατία για τους σκοπούς της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ.
(2) Στην περίπτωση όπου, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση των αγορών κινητών αξιών σε κράτος μέλος υποδοχής, η λειτουργία ρυθμιζόμενης αγοράς, η οποία έχει δημιουργήσει μηχανισμούς στο κράτος μέλος υποδοχής, έχει αποκτήσει ουσιώδη σημασία για τη λειτουργία της αγοράς κινητών αξιών και την προστασία των επενδυτών στο εν λόγω κράτος μέλος υποδοχής, κατά τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1287/2006, η Επιτροπή και οι αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών μελών συνάπτουν ανάλογες ρυθμίσεις συνεργασίας.
(3) Η Επιτροπή μπορεί να ασκεί τις εξουσίες της για τους σκοπούς της συνεργασίας, ακόμα και σε περιπτώσεις στις οποίες η ερευνούμενη συμπεριφορά δεν αποτελεί παράβαση της ισχύουσας νομοθεσίας στη Δημοκρατία.
(4) Επιπρόσθετα των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τυχόν ειδικότερες διατάξεις για τη συνεργασία της Επιτροπής με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών αναφορικά με θέματα που σχετίζονται με την κεφαλαιακή επάρκεια των ΕΠΕΥ καθορίζονται με οδηγίες της Επιτροπής κατά τα οριζόμενα στο Μέρος VIII.
(5) Εάν η Επιτροπή έχει βάσιμους λόγους να υποπτεύεται ότι πράξεις αντίθετες προς νομοθεσία κράτους μέλους άλλου από την Δημοκρατία η οποία ενσωματώνει την Οδηγία 2004/39/ΕΚ διαπράττονται ή έχουν διαπραχθεί στο έδαφος του άλλου κράτους μέλους από οντότητες που δεν υπόκεινται στην εποπτεία της, το γνωστοποιεί με το λεπτομερέστερο δυνατό τρόπο στην αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους, χωρίς επηρεασμό των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής.
Στην περίπτωση λήψης από την Επιτροπή τέτοιας γνωστοποίησης από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, η Επιτροπή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα και ενημερώνει την αρμόδια αρχή, που την πληροφόρησε, για τα αποτελέσματα της παρέμβασης της και, στο μέτρο του δυνατού, για τις κυριότερες ενδιάμεσες εξελίξεις.