ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
(ʼΑρθρα 2, 6(1) και 10)
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΖΗΜΙΑΣ
Το παρόν Παράρτημα θεσπίζει ένα κοινό πλαίσιο το οποίο πρέπει να τηρείται προκειμένου να επιλέγονται τα καταλληλότερα μέτρα για να εξασφαλίζεται η αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημιάς.
1. Αποκατάσταση ζημιάς στα νερά ή στα προστατευόμενα είδη ή σε φυσικούς οικότοπους
Η αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημιάς όσον αφορά τα νερά ή στα προστατευόμενα είδη ή τους φυσικούς οικότοπους, επιτυγχάνεται με την επαναφορά του περιβάλλοντος στην αρχική του κατάσταση μέσω πρωτογενούς, συμπληρωματικής και αντισταθμιστικής αποκατάστασης, όπου:
α) «πρωτογενής αποκατάσταση» σημαίνει κάθε μέτρο αποκατάστασης που έχει ως αποτέλεσμα την επαναφορά των φυσικών πόρων και/ή υπηρεσιών που υπέστησαν ζημιά στην ή προς την αρχική τους κατάσταση,
β) «συμπληρωματική αποκατάσταση» σημαίνει κάθε μέτρο αποκατάστασης που αναλαμβάνεται αναφορικά με τους φυσικούς πόρους και/ή υπηρεσίες, ως αντιστάθμισμα του γεγονότος ότι η πρωτογενής αποκατάσταση δεν έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη επανόρθωση των φυσικών πόρων και/ή υπηρεσιών που υπέστησαν ζημιά,
γ) «αντισταθμιστική αποκατάσταση» σημαίνει οποιαδήποτε δράση αναλαμβάνεται για να αντισταθμισθούν οι προσωρινές απώλειες φυσικών πόρων και/ ή υπηρεσιών κατά την περίοδο που μεσολαβεί από την ημερομηνία της ζημιάς μέχρι την επίτευξη πλήρους αποτελέσματος από την πρωτογενή αποκατάσταση,
δ) «προσωρινές απώλειες» σημαίνει τις απώλειες οι οποίες οφείλονται στο γεγονός ότι οι φυσικοί πόροι και/ ή υπηρεσίες που υπέστησαν ζημιά δεν μπορούν να επιτελέσουν τις οικολογικές τους λειτουργίες ή να παρέχουν υπηρεσίες σε άλλους φυσικούς πόρους ή το κοινό μέχρι τα πρωτογενή ή τα συμπληρωματικά μέτρα αρχίσουν να παράγουν αποτέλεσμα. Δεν συνιστούν οικονομικό αντιστάθμισμα προς το κοινό.
Όταν η πρωτογενής αποκατάσταση δεν οδηγεί στην επαναφορά του περιβάλλοντος στην αρχική του κατάσταση, αναλαμβάνεται συμπληρωματική αποκατάσταση. Επιπλέον, αναλαμβάνεται αντισταθμιστική αποκατάσταση για αντιστάθμισμα των προσωρινών απωλειών.
Η αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημιά όσον αφορά ζημιά στα νερά ή στα προστατευόμενα είδη ή σε φυσικούς οικότοπους, συνεπάγεται επίσης την εξάλειψη οποιουδήποτε σημαντικού κινδύνου δυσμενών επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία.
1.1.Στόχοι της αποκατάστασης
Στόχος της πρωτογενούς αποκατάστασης
1.1.1. Στόχος της πρωτογενούς αποκατάστασης είναι η επαναφορά των φυσικών πόρων και/ ή υπηρεσιών που υπέστησαν ζημιά στην αρχική τους κατάσταση ή προς αυτήν.
Στόχος της συμπληρωματικής αποκατάστασης
1.1.2. Εφόσον οι φυσικοί πόροι και/ ή υπηρεσίες που υπέστησαν ζημιά δεν επανέρχονται στην αρχική τους κατάσταση, τότε επιχειρείται συμπληρωματική αποκατάσταση. Στόχος της συμπληρωματικής αποκατάστασης είναι η παροχή φυσικών πόρων και/ή υπηρεσιών, ενδεχομένως και σε διαφορετική τοποθεσία, παρεμφερούς επιπέδου με εκείνους που θα παρείχοντο αν η τοποθεσία που υπέστη τη βλάβη είχε επανέλθει στην αρχική της κατάσταση. Εφόσον είναι δυνατόν και ενδεδειγμένο, η διαφορετική τοποθεσία θα πρέπει να συνδέεται γεωγραφικά με την τοποθεσία που υπέστη ζημιά, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα του πληθυσμού που επηρεάστηκε.
Στόχος της αντισταθμιστικής αποκατάστασης
1.1.3. Επιχειρείται αντισταθμιστική αποκατάσταση ως αντιστάθμισμα της προσωρινής απώλειας φυσικών πόρων και υπηρεσιών έως ότου επιτευχθεί η ανάκαμψη. Η αντιστάθμιση αυτή συνίσταται σε συμπληρωματικές βελτιώσεις των προστατευόμενων οικοτόπων και ειδών ή των νερών, είτε στην τοποθεσία που υπέστη ζημιά είτε σε διαφορετική τοποθεσία. Δεν περιλαμβάνει οικονομικό αντιστάθμισμα σε μέλη του κοινού.
1.2. Προσδιορισμός μέτρων αποκατάστασης
Προσδιορισμός μέτρων πρωτογενούς αποκατάστασης
1.2.1. Εξετάζονται οι δυνατότητες για δράσεις άμεσης επαναφοράς των φυσικών πόρων και των υπηρεσιών στην αρχική τους κατάσταση με ταχύτερο ρυθμό ή μέσω φυσικής ανάκαμψης.
Προσδιορισμός μέτρων συμπληρωματικής και αντισταθμιστικής αποκατάστασης
1.2.2 Κατά τον καθορισμό της κλίμακας των μέτρων συμπληρωματικής και αντισταθμιστικής αποκατάστασης, εξετάζεται πρώτα η χρήση προσεγγίσεων στάθμισης της ισοδυναμίας ανά πόρο ή ανά υπηρεσία. Στο πλαίσιο αυτών των προσεγγίσεων, εξετάζεται πρώτα η δυνατότητα δράσεων που παρέχουν φυσικούς πόρους και/ή υπηρεσίες ιδίου τύπου, ποιότητας και ποσότητας με τους πόρους και τις υπηρεσίες που υπέστησαν ζημιά. Αν αυτό δεν είναι δυνατόν, παρέχονται εναλλακτικοί φυσικοί πόροι και/ή εναλλακτικές υπηρεσίες. Για παράδειγμα, η μείωση της ποιότητας θα μπορούσε να αντισταθμισθεί με αύξηση της ποσότητας των μέτρων αποκατάστασης.
1.2.3 Αν δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί ως πρώτη επιλογή η στάθμιση της ισοδυναμίας ανά πόρο ή ανά υπηρεσία, χρησιμοποιούνται εναλλακτικές τεχνικές αποτίμησης. Η αρμόδια αρχή μπορεί να υποδεικνύει τη μέθοδο, π.χ. της οικονομικής αποτίμησης, προκειμένου να καθορισθεί η εμβέλεια των απαραίτητων μέτρων συμπληρωματικής και αντισταθμιστικής αποκατάστασης. Αν η αποτίμηση των πόρων που απωλέσθηκαν και/ή υπηρεσιών είναι δυνατή αλλά η αποτίμηση των φυσικών πόρων και/ή υπηρεσιών αποκατάστασης δεν μπορεί να γίνει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα ή με εύλογο κόστος, τότε η αρμόδια αρχή μπορεί να επιλέγει μέτρα αποκατάστασης το κόστος των οποίων είναι ισοδύναμο προς την εκτιμούμενη οικονομική αξία των φυσικών πόρων και/ ή υπηρεσιών που απωλέσθηκαν.
Τα μέτρα συμπληρωματικής και αντισταθμιστικής αποκατάστασης θα πρέπει να σχεδιάζονται με τρόπον ώστε να επιτρέπουν σε πρόσθετους φυσικούς πόρους και/ή υπηρεσίες να εκφράζουν χρονικές προτιμήσεις και τα χρονικά χαρακτηριστικά των μέτρων αποκατάστασης. Για παράδειγμα, όσο μεγαλύτερη είναι η χρονική περίοδος μέχρι την επαναφορά στην αρχική κατάσταση τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσόν των μέτρων αντισταθμιστικής αποκατάστασης που θα αναληφθούν, εφόσον τα άλλα δεδομένα είναι ίδια.
1.3. Επιλογή των δυνατοτήτων αποκατάστασης
1.3.1. Οι εύλογες επιλογές αποκατάστασης θα πρέπει να αξιολογούνται σύμφωνα με τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνολογίες με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:
-την επίπτωση κάθε επιλογής στη δημόσια υγεία και ασφάλεια,
-το κόστος υλοποίησης της επιλογής,
-την πιθανότητα επιτυχίας κάθε επιλογής,
-το βαθμό στον οποίο κάθε επιλογή συμβάλλει στην πρόληψη περαιτέρω ζημιών και την αποφυγή παράπλευρων ζημιών λόγω της υλοποίησής της,
-το βαθμό στον οποίο κάθε επιλογή ευνοεί κάθε συνιστώσα του φυσικού πόρου και/ή της υπηρεσίας,
-το βαθμό στον οποίο κάθε επιλογή λαμβάνει υπόψη συγκεκριμένες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές ανησυχίες και άλλους παράγοντες που σχετίζονται με την περιοχή,
-το χρόνο που χρειάζεται για να καταστεί αποτελεσματική η αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημιάς,
-το βαθμό στον οποίο κάθε επιλογή επιτυγχάνει την αποκατάσταση της τοποθεσίας της περιβαλλοντικής ζημιάς,
-τη γεωγραφική σχέση με την τοποθεσία που υπέστη ζημιά.
1.3.2 Κατά την αξιολόγηση των διαφόρων δυνατοτήτων αποκατάστασης, μπορούν να επιλέγονται μέτρα πρωτογενούς αποκατάστασης που δεν οδηγούν στην πλήρη επαναφορά των νερών, των προστατευόμενων ειδών ή φυσικών οικοτόπων που υπέστησαν ζημιά στην αρχική τους κατάσταση ή που οδηγούν σε αυτήν με βραδύτερο ρυθμό. Η απόφαση αυτή μπορεί να λαμβάνεται μόνον αν οι φυσικοί πόροι και/ή οι υπηρεσίες που χάνονται στην αρχική τοποθεσία εξαιτίας αυτής της απόφασης, αντισταθμίζονται με αύξηση των συμπληρωματικών ή αντισταθμιστικών δράσεων για την παροχή αντίστοιχου επιπέδου φυσικών πόρων και/ή υπηρεσιών με αυτές που υπήρχαν. Αυτό θα συμβαίνει, για παράδειγμα, όταν οι ισοδύναμοι φυσικοί πόροι και/ή υπηρεσίες μπορούν να παρέχονται αλλού με μικρότερο κόστος. Τα εν λόγω πρόσθετα μέτρα αποκατάστασης καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο τμήμα 1.2.2.
1.3.3 Παρά τους κανόνες του τμήματος 1.3.2. και σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 10, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει ότι δε θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα αποκατάστασης, αν:
α) τα μέτρα αποκατάστασης που ήδη λήφθηκαν εξασφαλίζουν ότι δεν υπάρχει πια κανένας σημαντικός κίνδυνος αρνητικών επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία, τα νερά ή τα προστατευόμενα είδη και τους φυσικούς οικότοπους, και
β) το κόστος των μέτρων αποκατάστασης που θα πρέπει να ληφθούν για να επιτευχθεί η επαναφορά της αρχικής κατάστασης ή παρόμοιας θα ήταν δυσανάλογο προς τα περιβαλλοντικά οφέλη που θα προκύψουν.
2. Αποκατάσταση της ρύπανσης του εδάφους
Λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλισθεί, τουλάχιστον, ότι οι συγκεκριμένοι ρύποι απομακρύνονται, ελέγχονται, περιορίζονται ή μειώνονται, ώστε το έδαφος που ρυπάνθηκε, λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας χρήσης του ή της εγκεκριμένης μελλοντικής χρήσης του κατά τη στιγμή που επήλθε η ζημιά, να μη δημιουργεί πλέον σημαντικό κίνδυνο αρνητικών επιπτώσεων για την ανθρώπινη υγεία. Η παρουσία των κινδύνων αυτών εκτιμάται με διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνου που λαμβάνουν υπόψη τα χαρακτηριστικά και τη λειτουργία του εδάφους, τον τύπο και τη συγκέντρωση των επιβλαβών ουσιών, παρασκευασμάτων, οργανισμών ή μικροοργανισμών, τον κίνδυνο και την πιθανότητα διασποράς τους. Η χρήση διαπιστώνεται με βάση τις ρυθμίσεις για τη χρήση της γης ή άλλες σχετικές ρυθμίσεις που ίσχυαν, ενδεχομένως, όταν επήλθε η ρύπανση.
Αν αλλάξει η χρήση του εδάφους, λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να προληφθεί κάθε κίνδυνος αρνητικών επιπτώσεων για την ανθρώπινη υγεία.
Αν δεν υπάρχουν ρυθμίσεις για τη χρήση του εδάφους ή άλλες σχετικές ρυθμίσεις, η φύση της σχετικής περιοχής όπου συνέβη η ζημιά καθορίζει τη χρήση της συγκεκριμένης περιοχής, λαμβανομένης υπόψη της προβλεπόμενης ανάπτυξής της.
Εξετάζεται η δυνατότητα φυσικής ανάκαμψης, δηλαδή μιας επιλογής που δεν απαιτεί άμεση ανθρώπινη επέμβαση κατά τη διαδικασία αποκατάστασης.