2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«ανάκαμψη» συμπεριλαμβανομένης και της «φυσικής ανάκαμψης» σημαίνει:
(α) Στην περίπτωση των νερών, των προστατευόμενων ειδών και των φυσικών οικοτόπων, την επαναφορά των φυσικών πόρων που υπέστησαν ζημιά και/ή των υπηρεσιών που υποβαθμίστηκαν, στην αρχική τους κατάσταση και,
(β) στην περίπτωση ζημιάς στο έδαφος, την εξάλειψη κάθε σημαντικού κινδύνου που έχει δυσμενείς συνέπειες στην ανθρώπινη υγεία.
«αρμόδια αρχή» σημαίνει την Υπηρεσία Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ή/ και κάθε άλλη υπηρεσία ή οργανισμό που ορίζεται ειδικά ως αρμόδια αρχή από τον Υπουργό σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23.
«αρχική κατάσταση» σημαίνει την κατάσταση που θα επικρατούσε κατά τη στιγμή της ζημιάς των φυσικών πόρων και των υπηρεσιών αν δεν είχε συμβεί η περιβαλλοντική ζημιά, υπολογιζόμενη με βάση τις καλύτερες διαθέσιμες πληροφορίες ·
«εκπομπή» σημαίνει την απελευθέρωση στο περιβάλλον ουσιών, παρασκευασμάτων, οργανισμών ή μικροοργανισμών ως αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας·
«επαγγελματική δραστηριότητα» σημαίνει οποιαδήποτε δραστηριότητα που ασκείται στο πλαίσιο οικονομικής δραστηριότητας ή επιχείρησης, ανεξάρτητα αν αυτή είναι ιδιωτική ή δημόσια, κερδοσκοπικού ή μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα·
«επικείμενη απειλή ζημιάς» σημαίνει την επαρκή πιθανότητα να προκληθεί περιβαλλοντική ζημιά στο άμεσο μέλλον·
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·
«ευνοϊκή κατάσταση διατήρησης είδους» σημαίνει την κατάσταση κατά την οποία:
(α) Τα δεδομένα στοιχεία εξέλιξης του πληθυσμού του συγκεκριμένου είδους δείχνουν ότι διατηρείται μακροπρόθεσμα ως βιώσιμο συστατικό των φυσικών του οικοτόπων, και
(β) το φυσικό φάσμα των ειδών δε μειώνεται ούτε προβλέπεται να μειωθεί στο προβλέψιμο μέλλον, και
(γ) υπάρχει και κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσει να υπάρχει, ένας αρκετά ευρύς οικότοπος για την μακροπρόθεσμη διατήρηση των πληθυσμών του·
«ευνοϊκή κατάσταση διατήρησης φυσικού οικότοπου» σημαίνει την κατάσταση κατά την οποία:
(α) Το φυσικό του φάσμα και οι περιοχές που καλύπτει εντός αυτού του φάσματος είναι σταθερό ή αυξάνεται, και
(β) οι ειδικές δομές και λειτουργίες που είναι αναγκαίες για τη μακροπρόθεσμη διατήρησή του υπάρχουν και είναι πιθανό να συνεχίσουν να υπάρχουν στο προβλέψιμο μέλλον, και
(γ) η κατάσταση διατήρησης των τυπικών του ειδών είναι ευνοϊκή όπως ορίζεται στον όρο και στον ορισμό της ευνοϊκής κατάστασης διατήρησης είδους·
«ζημιά» σημαίνει τη μετρήσιμη δυσμενή μεταβολή φυσικού πόρου ή τη μετρήσιμη υποβάθμιση υπηρεσίας συνδεδεμένης με φυσικό πόρο που μπορεί να συμβεί άμεσα ή έμμεσα·
«κατάσταση διατήρησης φυσικού οικοτόπου» σημαίνει το σύνολο των παραγόντων που επιδρούν σε αυτόν, καθώς και στα χαρακτηριστικά του είδη, οι οποίοι ενδέχεται να επηρεάσουν μακροπρόθεσμα τη φυσική του κατανομή, τη δομή και τις λειτουργίες του, καθώς και τη μακροπρόθεσμη επιβίωση των χαρακτηριστικών του ειδών στη Δημοκρατία ή στο φυσικό φάσμα των εν λόγω ειδών·
«κατάσταση διατήρησης είδους» σημαίνει το σύνολο των παραγόντων που επιδρούν σε αυτό και οι οποίοι ενδέχεται να επηρεάσουν μακροπρόθεσμα την κατανομή και την αφθονία των πληθυσμών του, κατά περίπτωση, στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών μελών στο οποίο εφαρμόζεται η Συνθήκη ή το έδαφος κράτους μέλους ή στο φυσικό φάσμα του εν λόγω είδους·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κόστος» σημαίνει το σύνολο των εξόδων που δικαιολογούνται λόγω της ανάγκης να εξασφαλιστεί η δέουσα και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος Νόμου, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών για την εκτίμηση της περιβαλλοντικής ζημιάς, την εκτίμηση της επικείμενης απειλής περιβαλλοντικής ζημιάς, των εναλλακτικών δυνατοτήτων δράσης, καθώς και των διοικητικών και των δικαστικών εξόδων, των εξόδων επιβολής του Νόμου, του κόστους για τη συλλογή στοιχείων και άλλων γενικών εξόδων, καθώς επίσης και των δαπανών παρακολούθησης και εποπτείας·
«μέτρα αποκατάστασης» σημαίνει οποιαδήποτε δράση, ή συνδυασμό δράσεων, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων απάμβλυνσης ή προσωρινών μέτρων, για την αποκατάσταση, την επανόρθωση ή την αντικατάσταση των φυσικών πόρων και/ ή υπηρεσιών που υπέστησαν ζημιά ή την εξασφάλιση εναλλακτικών δυνατοτήτων ισοδύναμων προς τους εν λόγω πόρους ή υπηρεσίες, όπως προβλέπεται στο Παράρτημα Ι·
«νερά» σημαίνει όλα τα νερά που καλύπτονται από τον περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμο ·
«Οδηγία 2004/35/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου, 2004 σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημιάς, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«περιβαλλοντική ζημιά» σημαίνει:
(α) Ζημιά σε προστατευόμενα είδη και φυσικούς οικότοπους η οποία περιλαμβάνει οποιαδήποτε ζημιά έχει σημαντικά δυσμενείς επιπτώσεις στην επίτευξη ή τη διατήρηση της ευνοϊκής κατάστασης διατήρησης αυτών των ειδών και/ ή οικοτόπων. η σημασία αυτών των επιπτώσεων πρέπει να αξιολογείται σε σχέση με την αρχική κατάσταση λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ:
Νοείται ότι, η ζημιά σε προστατευόμενα είδη και φυσικούς οικότοπους δεν καλύπτει τις δυσμενείς συνέπειες που είχαν προσδιορισθεί εκ των προτέρων και που προήλθαν από πράξη φορέα εκμετάλλευσης ο οποίος είχε εξουσιοδοτηθεί ρητά από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 26 του περί Προστασίας κα Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου ή το άρθρο 12 του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου ·
(β) ζημιά των νερών, η οποία περιλαμβάνει οποιαδήποτε ζημιά επηρεάζει δυσμενώς, σε σημαντικό βαθμό, την οικολογική, τη χημική ή/και την ποσοτική κατάσταση ή/και το οικολογικό δυναμικό, όπως ορίζονται στον περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμο εξαιρουμένων των δυσμενών συνεπειών στις οποίες εφαρμόζονται τα άρθρα 16 και 17 του περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμου ·
(γ) ζημιά του εδάφους, η οποία περιλαμβάνει ρύπανση του εδάφους, η οποία δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο δυσμενών επιπτώσεων για την ανθρώπινη υγεία, ως αποτέλεσμα της άμεσης ή έμμεσης εισαγωγής εντός του εδάφους, επί του εδάφους ή στο υπέδαφος, ουσιών, παρασκευασμάτων, οργανισμών ή μικροοργανισμών·
«προληπτικά μέτρα» σημαίνει τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται για την αντιμετώπιση γεγονότος, πράξης ή παράλειψης που προκαλεί επικείμενη απειλή περιβαλλοντικής ζημιάς, έτσι ώστε να προληφθεί ή να ελαχιστοποιηθεί η εν λόγω ζημιά·
«προστατευμένα είδη και φυσικοί οικότοποι» σημαίνει:
(α) τα είδη που περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου, και τα οποία βρίσκονται εντός των ορίων των προτεινόμενων περιοχών περιβαλλοντικής σημασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 11 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου και στα κρατικά δάση σύμφωνα με τον περί Δασών Νόμο ·
(β) τα είδη που περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα Ι,ΙΙ, ΙV, VI και ΙΧ του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου και τα οποία βρίσκονται στις προτεινόμενες ζώνες ειδικής προστασίας όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 7 του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου και στα κρατικά δάση σύμφωνα με τον περί Δασών Νόμο·
(γ) τους οικότοπους που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου και οι οποίοι βρίσκονται εντός των προτεινόμενων περιοχών περιβαλλοντικής σημασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 11 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου και στα κρατικά δάση σύμφωνα με τον περί Δασών Νόμο ·
(δ) τους οικότοπους που περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα Ι και V του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου και βρίσκονται εντός των ορίων προτεινόμενων ζωνών ειδικής προστασίας όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 7 του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου και στα κρατικά δάση σύμφωνα με τον περί Δασών Νόμο·
(ε) τα ακόλουθα απειλούμενα ενδημικά φυτά:
(i) Allium marathasicum,
(ii) Crypsis hadjikyriakou,
(iii) Limonium mucronulatum,
(iv) Malcolmia nana var. glabra,
(v) Astragalus suberosus var. hartmannii,
(vi) Peucedanum kyriakae,
(vii) Solenopsis antiphonitis·
(στ) προστατευόμενα τοπία σύμφωνα με τα Παραρτήματα Δ1 και Δ2 της Δήλωσης Πολιτικής η οποία εκπονείται σύμφωνα με το άρθρο 34Α του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου·
(ζ) τις ακτές και τις περιοχές προστασίας όπως αυτές ορίζονται στη Δήλωση Πολιτικής η οποία εκπονείται σύμφωνα με το άρθρο 34Α του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου·
(η) τις ζώνες Ζ2, Ζ3, Ζ4 όπως αυτές ορίζονται στη Δήλωση Πολιτικής η οποία εκπονείται σύμφωνα με το άρθρο 34 Α του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου και τη Ζώνη Δα1 όπως ορίζεται στα τοπικά σχέδια τα οποία εκπονούνται σύμφωνα με το Τέταρτο Μέρος του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου·
«Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας» σημαίνει την Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 25 Μαρτίου 1957·
«Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας» σημαίνει την Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 25 Μαρτίου 1957·
«Σύμβαση περί Περιορισμού της Ευθύνης για Ναυτικές Απαιτήσεις του 1976» σημαίνει τη Σύμβαση περί Περιορισμού της Ευθύνης για Ναυτικές Απαιτήσεις του 1976, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο του 1996, η οποία κυρώθηκε με τον περί της Σύμβασης περί Περιορισμού της Ευθύνης για Ναυτικές Απαιτήσεις του 1976 και του Πρωτοκόλλου του 1996 που τροποποιεί την εν λόγω Σύμβαση (Κυρωτικό) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμο·
«υπηρεσίες» και «υπηρεσίες φυσικών πόρων» σημαίνει τις λειτουργίες που επιτελούνται από ένα φυσικό πόρο προς όφελος των φυσικών πόρων ή του κοινού.
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
«φορέας εκμετάλλευσης» σημαίνει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, το οποίο εκμεταλλεύεται ή ελέγχει την επαγγελματική δραστηριότητα ή στο οποίο έχει μεταβιβαστεί με βάση Νόμο αποφασιστική οικονομική αρμοδιότητα όσον αφορά την τεχνική λειτουργία τέτοιας δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένου του κατόχου σχετικής άδειας ή εξουσιοδότησης ή οποιουδήποτε προσώπου καταχωρεί ή κοινοποιεί τέτοια δραστηριότητα·
«φυσικοί πόροι» σημαίνει τα προστατευόμενα είδη και τους φυσικούς οικοτόπους, τα νερά και το έδαφος.