10.-(1) Μετά την παραλαβή της αίτησης, η οποία υποβάλλεται με βάση το άρθρο 5 και λαμβανομένων υπόψη των προνοιών του εδαφίου (2) του άρθρου 6, ο Πρόεδρος αποστέλλει, χωρίς καθυστέρηση, αντίγραφό της στα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής και συγκαλεί συνεδρία εντός 30 ημερών για εξέτασή της σύμφωνα με τα εδάφια (2), (3) και (4). Ο Πρόεδρος δύναται να καλεί είτε αυτεπάγγελτα είτε όταν ζητηθεί γραπτώς από ένα τουλάχιστον μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής, έκτακτη συνεδρία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, εάν για συγκεκριμένους λόγους αυτό κρίνεται απαραίτητο. Στην περίπτωση που η σύγκλιση της έκτακτης συνεδρίας ζητείται από μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τότε ο Πρόεδρος πρέπει να αποφασίζει κατά πόσο ο λόγος που προβάλλει το μέλος δικαιολογεί τέτοια σύγκλιση.
(2) Κατά την πιο πάνω συνεδρία, η Συμβουλευτική Επιτροπή εξετάζει κατά πόσο η αίτηση έχει υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου και εάν τα στοιχεία που περιέχει είναι επαρκή για την αξιολόγηση της αίτησης και τη χορήγηση της άδειας.
(3) Εάν κατά την πιο πάνω συνεδρία, η Συμβουλευτική Επιτροπή κρίνει ότι τα στοιχεία που βρίσκονται ενώπιόν της δεν είναι επαρκή ή πλήρη, δύναται να ζητήσει από τον αιτητή ή από οποιοδήποτε τρίτο, οποιαδήποτε πρόσθετα στοιχεία ή πληροφορίες κρίνει αναγκαία, καθώς και τη διεξαγωγή ελέγχων ή την εξασφάλιση απόψεων ή εκθέσεων από εμπειρογνώμονες ή άλλους ειδικούς.
(4) Εάν η Συμβουλευτική Επιτροπή κρίνει κατά τη συνεδρία ότι τα στοιχεία που βρίσκονται ενώπιόν της είναι επαρκή, προχωρεί σε εξέταση της αίτησης και υποβάλλει αιτιολογημένη εισήγηση στον Υπουργό κατά πόσο θα πρέπει να χορηγηθεί η άδεια και υπό ποίους όρους ή κατά πόσο θα πρέπει να απορριφθεί η αίτηση. Η εισήγηση περιέχεται σε εισηγητική έκθεση, την οποία ετοιμάζει η Συμβουλευτική Επιτροπή με βάση διαδικασία που αποφασίζει η ίδια. Ο Υπουργός υποβάλλει την εισήγησή του αναφορικά με τις αιτήσεις, καθώς και την εισηγητική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στο Υπουργικό Συμβούλιο για τη λήψη της τελικής απόφασης.