12.-(1) Σε περίπτωση που Κοινοτικός Κανονισμός ή Κοινοτική Απόφαση εναποθέτει υποχρέωση ή διακριτική ευχέρεια στη Δημοκρατία, για θέματα άλλα από αυτά τα οποία ρυθμίζονται από άλλα άρθρα του παρόντος Νόμου ή για θέματα άλλα από αυτά τα οποία σχετίζονται με την ίδρυση νομικού προσώπου, και το Υπουργικό Συμβούλιο κρίνει ότι η φύση τέτοιας υποχρέωσης ή διακριτικής ευχέρειας απαιτεί τη θέσπιση κανόνα νομοθετικού περιεχομένου, έχει εξουσία να εκδίδει Κανονισμούς προς υλοποίηση της προαναφερόμενης υποχρέωσης ή διακριτικής ευχέρειας της Δημοκρατίας.
(2) Τα ακόλουθα συνιστούν μη εξαντλητικό κατάλογο θεμάτων για τα οποία το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει Κανονισμούς δυνάμει του εδαφίου (1):
(α) επιβολή υποχρέωσης όπως σήμανση προϊόντος αναγράφεται σε συγκεκριμένη γλώσσα·
(β) αναστολή ή προσωρινός περιορισμός διάταξης Κοινοτικού Κανονισμού, Κοινοτικής Απόφασης ή άλλης πράξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας ή αμφοτέρων των Κοινοτήτων.
(3) Πρόσωπο που διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη κατά παράβαση οποιωνδήποτε Κανονισμών οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις έξι χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές.
(4) Σε περίπτωση που αρμόδια αρχή, η οποία καθορίζεται σε Κανονισμούς εκδιδόμενους δυνάμει του παρόντος άρθρου, διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη, κατά παράβαση οποιασδήποτε διάταξης των ιδίων Κανονισμών, έχει εξουσία να επιβάλλει σε τέτοιο πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο το οποίο εμπίπτει σε κλίμακα διοικητικών προστίμων η οποία καθορίζεται στους ίδιους Κανονισμούς.
(5) Τα εδάφια (2) μέχρι και (9) του άρθρου 7 εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν σε επιβολή διοικητικού προστίμου από αρμόδια αρχή για παράβαση κανονισμών εκδιδόμενων δυνάμει του παρόντος άρθρου.