48.-(1) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να επιτρέπει σε ναυτικό, ο οποίος δεν είναι κάτοχος πιστοποιητικού ικανότητας που εκδίδουν τα κράτη μέλη ή/και των πιστοποιητικών επάρκειας που εκδίδουν τα κράτη μέλη για πλοιάρχους και αξιωματικούς, σύμφωνα με τα Μέρη V/1-1 και V/1-2 του Κώδικα STCW, να υπηρετεί σε πλοίο που φέρει τη σημαία της Δημοκρατίας, υπό την προϋπόθεση ότι έχει εκδοθεί απόφαση για την αναγνώριση του πιστοποιητικού ικανότητάς του και του πιστοποιητικού επάρκειάς του μέσω των διαδικασιών που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 19 της Οδηγίας 2008/106/ΕΚ.
(2) Εάν η Αρμόδια Αρχή αναγνωρίσει πιστοποιητικό δυνάμει του εδαφίου (1) αναφορικά με πλοίαρχο, αξιωματικό ή χειριστή ραδιοεπικοινωνιών G.M.D.S.S., το θεωρεί προς επιβεβαίωση της αναγνώρισής του, εφόσον ικανοποιούνται οι απαιτήσεις της Σύμβασης STCW και καταβληθεί το καθορισμένο τέλος.
(3)(α) Η Αρμόδια Αρχή αναγνωρίζει και θεωρεί πιστοποιητικά ικανότητας ή και επάρκειας, τα πιστοποιητικά που εκδίδονται από άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με την Οδηγία 2008/106/ΕΚ, εφόσον καταβληθεί το καθορισμένο τέλος.
(β) Η αναγνώριση πιστοποιητικών που προβλέπεται στο εδάφιο (2) περιορίζεται στις δεξιότητες, στα καθήκοντα και στα επίπεδα ικανότητας που συνοδεύονται από αυτά και συνδέονται από θεώρηση που επιβεβαιώνει την αναγνώριση αυτή.
(γ) Η Αρμόδια Αρχή αποδέχεται πιστοποιητικά επάρκειας και αποδεικτικά έγγραφα τα οποία εκδίδονται από άλλο κράτος μέλος ή υπό εξουσία του, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, για σκοπούς εργοδότησης των ναυτικών σε πλοία υπό κυπριακή σημαία.
(4) Η θεώρηση εκδίδεται σύμφωνα με τον Κανονισμό Ι/2 της Συμβάσεως STCW, σε χωριστό έγγραφο που φέρει τον τίτλο «ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΟΥ ΒΕΒΑΙΩΝΕΙ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ»:
(5) Η Αρμόδια Αρχή δύναται, εάν οι περιστάσεις το επιβάλλουν, να επιτρέψει σε ναυτικό να υπηρετήσει σε κυπριακό πλοίο, για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των 3 μηνών, εφόσον διαθέτει κατάλληλο και ισχύον πιστοποιητικό, που εκδόθηκε και θεωρήθηκε από άλλο κράτος μέρος στο οποίο η Σύμβαση STCW έχει τεθεί σε εφαρμογή, για χρήση σε πλοία αυτού του κράτους μέρους, αλλά που δεν έχει ακόμη θεωρηθεί.
(6) Η Αρμόδια Αρχή οφείλει να διασφαλίζει ότι οι ναυτικοί που προσκομίζουν για αναγνώριση πιστοποιητικά που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών II/2, IIΙ/2 ή III/3 ή εκδόθηκαν σύμφωνα με τον Κανονισμό VII/1 του Παραρτήματος STCW σε διοικητικό επίπεδο, όπως ορίζεται από τον Κώδικα STCW, γνωρίζουν την κυπριακή νομοθεσία που αφορά τα καθήκοντα που τους επιτρέπεται να εκτελούν.
(7) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή ανακαλέσει τη θεώρηση αναγνώρισης πιστοποιητικού που έχει αναγνωρίσει, για πειθαρχικούς ή άλλους λόγους, οφείλει να ενημερώσει γραπτώς το κράτος μέρος της Σύμβασης STCW από το οποίο εκδόθηκε το πιστοποιητικό, αναφορικά με τους λόγους που επέβαλαν την ανάκληση.
(8) Η Αρμόδια Αρχή οφείλει να ανακοινώνει στο Γενικό Γραμματέα του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού τις πληροφορίες και τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Κανονισμού Ι/7 του Παραρτήματος STCW.
(9) Στις περιπτώσεις που η Αρμόδια Αρχή προτίθεται να αναγνωρίσει, με θεώρηση, τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στο εδάφιο (1) σε πλοίαρχο, αξιωματικό ή χειριστή ραδιοεπικοινωνιών G.M.D.S.S για να υπηρετήσουν επί πλοίων που φέρουν τη σημαία της Δημοκρατίας και τα οποία έχουν εκδοθεί από τρίτη χώρα, για την οποία δεν έχει εκδοθεί απόφαση, μέσω των διαδικασιών που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 19 της Οδηγίας 2008/106/ΕΚ, υποβάλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αίτηση αναγνώρισης της εν λόγω τρίτης χώρας αναφέροντας τους λόγους: