Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«αρμόδια αρχή» αναφορικά με τη διάρκεια της επαγγελματικής πείρας, ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται με βάση τον παρόντα Νόμο, σημαίνει την αρχή που έχει οριστεί, ως αρμόδια για την έκδοση, τη χορήγηση ή την αναγνώριση αυτών των διπλωμάτων ή βεβαίωσης διάρκειας της επαγγελματικής πείρας ή των άλλων αποδεικτικών στοιχείων·

«αρμόδιο όργανο» σημαίνει το όργανο που έχει ορισθεί ως αρμόδιο, βάσει οποιασδήποτε νομοθετικής ή διοικητικής διάταξης για την αναγνώριση του δικαιώματος ασκήσεως στη Δημοκρατία ενός νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος·

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«διευθυντής επιχείρησης» σημαίνει, κάθε πρόσωπο που έχει ασκήσει σε επιχείρηση του αντίστοιχου επαγγελματικού κλάδου:

(i) είτε τα καθήκοντα διευθυντή επιχείρησης ή υποκαταστήματος επιχείρησης·

(ii) είτε τα καθήκοντα αναπληρωτή του επιχειρηματία ή του διευθυντή της επιχείρησης, εφόσον τα καθήκοντα αυτά συνεπάγονται ευθύνη ανάλογη με την ευθύνη του επιχειρηματία ή του διευθυντή της επιχείρησης· και

(iii) είτε τα καθήκοντα διευθυντικού στελέχους επιφορτισμένου με καθήκοντα εμπορικής ή/και τεχνικής φύσεως και υπεύθυνου για ένα ή περισσότερα τμήματα της επιχείρησης·

«δοκιμασία επάρκειας» σημαίνει, τον έλεγχο που αφορά αποκλειστικά τις επαγγελματικές γνώσεις του αιτούντος και διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4·

«επαγγελματικά προσόντα» σημαίνει τα προσόντα που πιστοποιούνται από τίτλο εκπαίδευσης, από βεβαίωση επάρκειας που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i), της παραγράφου (α), του άρθρου 15 ή/και από επαγγελματική πείρα·

«επαγγελματική πείρα» σημαίνει, την πραγματική και νόμιμη άσκηση του σχετικού επαγγέλματος σ' ένα κράτος μέλος·

«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλο συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφτηκε στις 2 Μαΐου 1992, στο Οπόρτο και προσαρμόσθηκε από το Πρωτόκολλο το οποίο υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993 και όπως η Συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται και την Ελβετία·

«νομοθετικά κατοχυρωμένη εκπαίδευση και κατάρτιση» σημαίνει, κάθε εκπαίδευση η οποία είναι άμεσα προσανατολισμένη στην άσκηση συγκεκριμένου επαγγέλματος και συνίσταται σε κύκλο σπουδών που ενδεχομένως συμπληρώνεται από επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, πρακτική άσκηση ή άσκηση του επαγγέλματος·

«νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα» σημαίνει την κατοχυρωμένη επαγγελματική δραστηριότητα ή το σύνολο επαγγελματικών δραστηριοτήτων που αποτελούν το επάγγελμα που είναι κατοχυρωμένο σε ένα κράτος μέλος, των οποίων η ανάληψη, η άσκηση ή ένας από τους όρους άσκησης εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα, δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, από την κατοχή καθορισμένων επαγγελματικών προσόντων:

Νοείται ότι όρο άσκησης συνιστά η χρήση επαγγελματικού τίτλου που περιορίζεται βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μόνο σε όποιον κατέχει συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν:

Νοείται περαιτέρω, ότι εξομοιώνεται προς νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα το επάγγελμα που ασκείται από τα μέλη ένωσης ή οργάνωσης του Παραρτήματος Ι·

«Οδηγία 2005/36/ΕΚ» σημαίνει, την Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων·

«πρακτική άσκηση προσαρμογής» σημαίνει, την άσκηση νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος, που πραγματοποιείται στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 υπό την ευθύνη αναγνωρισμένου επαγγελματία, συνοδεύεται, ενδεχομένως, από συμπληρωματική εκπαίδευση και υπόκειται σε αξιολόγηση. Οι λεπτομερείς κανόνες της πρακτικής άσκησης και της αξιολόγησής της καθώς και το νομικό καθεστώς του ασκούμενου καθορίζονται από το αρμόδιο όργανο·

«τίτλος εκπαίδευσης» σημαίνει, τα διπλώματα, πιστοποιητικά και άλλους τίτλους που χορηγούνται από αρχή κράτους μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους, και βεβαιώνουν επιτυχώς περατωθείσα επαγγελματική εκπαίδευση που έχει αποκτηθεί στην Κοινότητα:

Νοείται ότι εξομοιώνεται προς τίτλο εκπαίδευσης κάθε τίτλος εκπαίδευσης που χορηγείται από τρίτη χώρα, εφόσον ο κάτοχός του διαθέτει στο συγκεκριμένο επάγγελμα τριετή επαγγελματική πείρα στο έδαφος κράτους μέλους το οποίο αναγνώρισε τον εν λόγω τίτλο, και εφόσον η επαγγελματική αυτή πείρα πιστοποιείται από το εν λόγω κράτος μέλος· και

«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα που δεν είναι κράτος μέλος.