11.-(1) Kατά την πρώτη μετακίνηση του παρόχου από ένα κράτος μέλος στη Δημοκρατία για να παράσχει υπηρεσίες, απαιτείται να πληροφορεί σχετικά το αρμόδιο για το οικείο επάγγελμα όργανο, με προηγούμενη γραπτή δήλωση που περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με οποιεσδήποτε ασφαλιστικές εγγυήσεις ή ανάλογα μέσα προσωπικής ή συλλογικής προστασίας όσον αφορά την επαγγελματική ευθύνη.
(2) Η δήλωση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) παρέχει στον εν λόγω πάροχο δικαίωμα πρόσβασης στη δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή άσκησης της σε όλη την επικράτεια της Δημοκρατίας και, ανανεώνεται ετησίως εάν ο πάροχος προτίθεται να παράσχει προσωρινά ή ευκαιριακά υπηρεσίες στη Δημοκρατία κατά τη διάρκεια αυτού του έτους. Ο πάροχος μπορεί να υποβάλλει τη δήλωση με οποιοδήποτε μέσο.
(3) Kατά την πρώτη παροχή υπηρεσιών ή σε περίπτωση ουσιαστικής αλλαγής της κατάστασης την οποία πιστοποιούν τα έγγραφα, το αρμόδιο όργανο απαιτεί όπως η δήλωση συνοδεύεται από τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
(α) απόδειξη ιθαγένειας του παρόχου·
(β) βεβαίωση ότι ο πάροχος είναι νόμιμα εγκατεστημένος σε κράτος μέλος για την άσκηση των οικείων δραστηριοτήτων και ότι δεν του έχει απαγορευθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων τη στιγμή της χορήγησης της βεβαίωσης·
(γ) αποδεικτικά των επαγγελματικών του προσόντων·
(δ) απόδειξη, με οποιοδήποτε τρόπο, ότι ο πάροχος έχει ασκήσει τις εν λόγω δραστηριότητες για ένα (1) τουλάχιστον έτος στο διάστημα των δέκα (10) προηγούμενων ετών, σε περίπτωση που εμπίπτει στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου·
(ε) βεβαίωση για τη μη ύπαρξη προσωρινών ή οριστικών αναστολών της άδειας άσκησης επαγγέλματος ή ποινικών καταδικών προκειμένου για επαγγέλματα του τομέα της ασφάλειας, του υγειονομικό τομέα και για επαγγέλματα που συνδέονται με την εκπαίδευση ανηλίκων, συμπεριλαμβανομένου του τομέα παιδικής μέριμνας και προσχολικής εκπαίδευσης, εφόσον αυτό απαιτείται για τους πολίτες της Δημοκρατίας·
(στ) για επαγγέλματα που έχουν επιπτώσεις στην ασφάλεια των ασθενών, δήλωση σχετικά με τις γλωσσικές γνώσεις του αιτούντος που απαιτούνται για την άσκηση του επαγγέλματος στη Δημοκρατία·
(ζ) για επαγγέλματα που εμπίπτουν στις δραστηριότητες που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 20 και τα οποία είναι κοινοποιημένα στην Επιτροπή από τη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 31Δ, πιστοποιητικό σχετικά με τη φύση και τη διάρκεια της δραστηριότητας, που χορηγείται από την αρμόδια αρχή ή τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο πάροχος υπηρεσιών·
(3Α) Το αρμόδιο όργανο μπορεί να ζητήσει τις πρόσθετες πληροφορίες που απαριθμούνται στο εδάφιο (3) σχετικά με τα επαγγελματικά προσόντα του παρόχου υπηρεσιών, εάν:
(α) Η εν λόγω ρύθμιση εφαρμόζεται σε όλους τους πολίτες της Δημοκρατίας·
(β) η διαφοροποίηση στην εν λόγω ρύθμιση δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος σχετιζομένους με τη δημόσια υγεία ή την ασφάλεια των αποδεκτών των υπηρεσιών· και
(γ) το αρμόδιο όργανο δεν διαθέτει άλλα μέσα συλλογής των πληροφοριών αυτών.
(4) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (10), η παροχή υπηρεσίας πραγματοποιείται βάσει του επαγγελματικού τίτλου του κράτους μέλους εγκατάστασης, εφόσον σε αυτό το κράτος μέλος υφίσταται νομοθετικά κατοχυρωμένος τίτλος για την οικεία επαγγελματική δραστηριότητα. Ο εν λόγω τίτλος αναγράφεται στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους εγκατάστασης, ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε σύγχυση με τον αντίστοιχο επαγγελματικό τίτλο στη Δημοκρατία. Σε περίπτωση που ο εν λόγω επαγγελματικός τίτλος δεν υφίσταται στο κράτος μέλος εγκατάστασης, ο πάροχος αναφέρει τον τίτλο εκπαίδευσής του, στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους εγκατάστασης. Κατ’ εξαίρεση, η υπηρεσία παρέχεται βάσει του επαγγελματικού τίτλου της Δημοκρατίας στις περιπτώσεις όπου υπάρχει δυνάμει του Τίτλου ΙΙΙ, Κεφάλαιο ΙΙΙ της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, αναγνώριση βάσει του συντονισμού των ελάχιστων προϋποθέσεων εκπαίδευσης.
(5) Κατά την πρώτη παροχή υπηρεσιών, στην περίπτωση των νομοθετικά ρυθμιζόμενων επαγγελμάτων που έχουν επιπτώσεις στη δημόσια υγεία ή ασφάλεια και δεν τυγχάνουν αυτόματης αναγνώρισης δυνάμει των διατάξεων των Κεφαλαίων ΙΙ και ΙΙΑ του Νόμου και του Κεφαλαίου III του Τίτλου ΙΙΙ της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2013/55/ΕΕ, το αρμόδιο όργανο μπορεί να προβεί σε έλεγχο των επαγγελματικών προσόντων του παρόχου, πριν από την πρώτη παροχή υπηρεσιών:
(6) Το αργότερο εντός ενός (1) μηνός από την παραλαβή της δήλωσης και των συνοδευτικών εγγράφων, που αναφέρονται στα εδάφια (1) έως (3), το αρμόδιο όργανο ενημερώνει τον πάροχο σχετικά με την απόφασή του:
(α) Να μην ελέγξει τα επαγγελματικά του προσόντα, ή
(β) να ελέγξει τα επαγγελματικά του προσόντα και αφού τα ελέγξει:
(i) να απαιτήσει από τον πάροχο υπηρεσιών να υποβληθεί σε δοκιμασία επάρκειας, ή
(ii) να επιτρέψει την παροχή υπηρεσιών.
(7) Σε περίπτωση προβλήματος που θα μπορούσε να οδηγήσει σε καθυστέρηση στη λήψη απόφασης σύμφωνα με το εδάφιο (6), το αρμόδιο όργανο ενημερώνει τον πάροχο εντός της ίδιας προθεσμίας σχετικά με την αιτία της καθυστέρησης και επιλύει το πρόβλημα εντός ενός (1) μηνός από την εν λόγω ενημέρωση και η απόφαση οριστικοποιείται το αργότερο εντός δύο (2) μηνών μετά την επίλυση του προβλήματος.
(8) (α) Σε περίπτωση ουσιαστικής διαφοράς ανάμεσα στα επαγγελματικά προσόντα του παρόχου και την απαιτούμενη εκπαίδευση στη Δημοκρατία, και στο βαθμό που η διαφορά αυτή μπορεί να είναι επιβλαβής για τη δημόσια υγεία ή ασφάλεια και δεν μπορεί να αντισταθμιστεί μέσω της επαγγελματικής εμπειρίας ή των γνώσεων, δεξιοτήτων και των ικανοτήτων που αποκτήθηκαν μέσω της διά βίου μάθησης για τις οποίες υπάρχει σχετική τυπική επικύρωση από αρμόδιο φορέα, το αρμόδιο όργανο οφείλει να παράσχει στον πάροχο τη δυνατότητα να αποδείξει ότι έχει αποκτήσει τις απαιτούμενες γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες που δεν είχε.
(9) Σε περίπτωση που δεν υπάρξει ενέργεια του αρμοδίου οργάνου εντός των προθεσμιών που ορίζονται στα εδάφια (6) και (7), ο πάροχος μπορεί να αρχίσει να παρέχει υπηρεσίες.
(10) Στις περιπτώσεις στις οποίες έχουν επαληθευθεί τα επαγγελματικά προσόντα σύμφωνα με τα εδάφια (5) έως (9) του παρόντος άρθρου, η παροχή υπηρεσιών πραγματοποιείται βάσει του επαγγελματικού τίτλου που ισχύει στη Δημοκρατία.