15.-(1) Κάθε καταγγελία εναντίον εγγεγραμμένου φυσικού ιατρικής γίνεται στο Συμβούλιο.
(2) Αν καταγγελθεί στο Συμβούλιο ότι εγγεγραμμένος φυσικός ιατρικής είναι δυνατό να έχει διαπράξει πειθαρχικό αδίκημα, το Συμβούλιο ορίζει μέλος του Συμβουλίου (που στο παρόν άρθρο αναφέρεται ως «ο ερευνών λειτουργός»), για να διεξάγει έρευνα.
(3) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευνα το ταχύτερο, στα πλαίσια δε της διεξαγωγής της έρευνας, έχει εξουσία να ακούσει οποιουσδήποτε μάρτυρες ή να πάρει εγγράφως καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο.
(4) Εγγεγραμμένος φυσικός ιατρικής που έχει καταγγελθεί δικαιούται να γνωρίζει την υπόθεση εναντίον του και έχει την ευκαιρία να ακουστεί, αφού πάρει αντίγραφα των καταθέσεων και των μαρτυριών.
(5) Μετά τη συμπλήρωση της έρευνας ο ερευνών λειτουργός υποβάλλει την έκθεσή του στο Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει κατά πόσο μπορεί να διατυπωθεί πειθαρχική κατηγορία κατά του φυσικού ιατρικής που έχει καταγγελθεί. Σε περίπτωση καταφατικής απόφασης προβαίνει στη διατύπωση της κατηγορίας και παραπέμπει την υπόθεση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο.