6. -(1) Βάσει της αξιολόγησης της ποιότητας των νερών κολύμβησης, η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 5, και σύμφωνα με τα κριτήρια του Παραρτήματος ΙΙ, ο Υπουργός ταξινομεί τα νερά κολύμβησης ως ακολούθως:
(α) «ανεπαρκούς ποιότητας»·
(β) «επαρκούς ποιότητας»·
(γ)«καλής ποιότητας» · ή
(δ)«εξαιρετικής ποιότητας».
(2) Η πρώτη ταξινόμηση σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου ολοκληρώνεται έως το τέλος της κολυμβητικής περιόδου του 2012.
(3) Ο Υπουργός μεριμνά ώστε, έως το τέλος της κολυμβητικής περιόδου του 2015, όλα τα νερά κολύμβησης να είναι τουλάχιστον «επαρκούς ποιότητας». Ο Υπουργός λαμβάνει ρεαλιστικά και αναλογικά μέτρα τα οποία θεωρεί κατάλληλα με στόχο να αυξηθεί ο αριθμός των περιοχών νερών κολύμβησης που χαρακτηρίζονται «εξαιρετικής ποιότητας» ή «καλής ποιότητας».
(4) Χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (3), ο Υπουργός δύναται να χαρακτηρίζει προσωρινά ορισμένα νερά κολύμβησης «ανεπαρκούς ποιότητας». Στις περιπτώσεις αυτές, ο Υπουργός διασφαλίζει ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Για κάθε περιοχή νερών κολύμβησης που χαρακτηρίζεται «ανεπαρκούς ποιότητας», λαμβάνονται τα ακόλουθα μέτρα με ισχύ από την κολυμβητική περίοδο η οποία ακολουθεί τον χαρακτηρισμό της:
(i) λαμβάνονται κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης κολύμβησης ή της σύστασης αποφυγής κολύμβησης, προκειμένου να αποτρέπεται η έκθεση των λουομένων στη ρύπανση·
(ii) προσδιορίζονται τα αίτια και οι λόγοι για τους οποίους δεν επιτυγχάνεται ο χαρακτηρισμός «επαρκούς ποιότητας» ·
(iii) λαμβάνονται κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα για την πρόληψη, τη μείωση ή την εξάλειψη των αιτίων της ρύπανσης, και
(iv) σύμφωνα και με το άρθρο 13, προειδοποιείται το κοινό, με σαφή και απλή προειδοποιητική πινακίδα και ενημερώνεται για τα αίτια της ρύπανσης και για τα μέτρα που λαμβάνονται με βάση την ταυτότητα των νερών κολύμβησης.
(β) Αν ορισμένα νερά κολύμβησης χαρακτηρίζονται «ανεπαρκούς ποιότητας» για πέντε συνεχόμενα έτη, ο Υπουργός εισάγει μόνιμη απαγόρευση κολύμβησης ή μόνιμη σύσταση αποφυγής κολύμβησης.
(γ) Ο Υπουργός δύναται, πριν από το τέλος της περιόδου των πέντε ετών, που αναφέρεται στην παράγραφο (β), εφόσον κρίνει ότι η επίτευξη «επαρκούς ποιότητας» είναι αδύνατη ή δυσανάλογα δαπανηρή, να εισαγάγει μόνιμη απαγόρευση κολύμβησης ή μόνιμη σύσταση αποφυγής κολύμβησης.